Το ξετίναγμα της μπάνκας
Δημήτρης Παγαδάκης
Το ξετίναγμα της μπάνκας
Οι τράπεζες προσφέρονται συνήθως για πολιτική σπέκουλα. Οι πραγματικές ή υποτιθέμενες αμαρτίες τους αποτελούν τον εύκολο στόχο κάθε προεκλογικής περιόδου
Εξ αιτίας μάλιστα της πολυπλοκότητας της λειτουργίας, του νομοθετικού κυκεώνα που τις διέπει και των περίπλοκων εποπτικών κανόνων τους, εξυπηρετούν άθελα τους κάθε είδους σύγχυση ασάφεια, αντιπερισπασμό
Το κρίσιμο, ωστόσο, είναι να διατηρούν την εμπιστοσύνη των πολιτών. Εκτός κι αν δεν τις νοιάζει. Πόσο μάλλον όταν προσποιούνται το κακομεταχειριζόμενο θύμα των περιστάσεων. Ειδικότερα τη στιγμή που μοιάζουν να χειρίζονται τους πελάτες τους ως πραγματική εύκολη λεία.
Σαφώς και ως εμπορικά μαγαζιά ενδιαφέρονται να καταγράφουν κέρδη, να παρουσιάζουν εύρωστη εικόνα, να εμφανίζουν ευοίωνες προοπτικές., να επιθυμούν αναβάθμιση στις αξιολογήσεις των διεθνών οίκων. Ουδέν το μεμπτό. Εισηγμένες στο Χρηματιστήριο επιχειρήσεις με μετόχους είναι.
Καμιά κατηγορία δεν στέκει εις βάρος τους όταν επιχειρούν οικονομίες κλίμακας. Κρίνεται αποδεκτό να μειώνουν τις προβλέψεις και το προσωπικό τους με εθελούσιες εξόδους. Να περιορίζουν το δίκτυο τους κλείνοντας καταστήματα. Να «καθαρίσουν» ακόμη τους ισολογισμούς τους από τους σκελετούς που έκρυβαν χρόνια στα ντουλάπια τους.
Ενοχλούν, όμως, όταν εκμεταλλεύονται υπερβολικά προς όφελος τους το δυσανάλογα μεγάλο άνοιγμα της ψαλίδας ανάμεσα στο επιτόκιο των καταθέσεων με εκείνο των χορηγήσεων . Σύμφωνοι, για τη αδιατάρακτη βιωσιμότητα τους υπηρετούν την ανάγκη να έχουν κερδοφορία. Τα νομιμοηθικά δεν αφορούν τις μπίζνες.
Αλλά τα εν λήγω πιστωτικά ιδρύματα έχουν και μια υπόληψη, μια φήμη, ένα κύρος να προστατέψουν. Δεν μπορούν να λησμονούν ότι για τη διάσωση τους από τον όλεθρο στο πρόσφατο παρελθόν χρειάστηκαν τρεις διαδοχικές ανακεφαλαιοποιήσεις δεκάδων δισ. με λεφτά από τι τσέπες των φορολογουμένων.
Και έρχονται σήμερα οι ίδιες να ανταποκριθούν «μεγάθυμα» στους στυλοβάτες τους με απαράδεκτες υψηλές προμήθειες, επιβαρύνσεις και χρεώσεις των υπηρεσιών που προσφέρουν. Αποκομίζουν καθημερινά υψηλά έσοδα για εμβάσματα, αναλήψεις, πιστωτικές κάρτες, λογαριασμούς ΔΕΚΟ και κινητής τηλεφωνίας, νομικές αξιολογήσεις και τεχνικούς ελέγχους αιτημάτων, εκδόσεις αντιγράφων κλπ κλπ. Κοινώς, με τη τιμολογιακή πολιτική τους βγάζουν από τη μύγα ξύγκι.
Υπάρχει βέβαια νομοθετικό πλαίσιο για την προστασία του καταναλωτή και νομολογία από άφθονες δικαστικές αποφάσεις που έκριναν άκυρες ως καταχρηστικές διάφορες τραπεζικές ρήτρες χρεώσεων και εξόδων .
Αλλά άντε να προσφύγει κανείς στη δικαιοσύνη για μια χρέωση 3, 5 ή 8 ευρώ. Θα θεωρηθεί φτηνιάρης, τσιφούτης, ματζίρης. Από την άλλη, όμως, χάριν στην περηφάνια των εκάστοτε «ριγμένων» σε αυτές τις συναλλαγές, κάθε «φασούλι» που τους αποσπάται γεμίζει το τραπεζικό «σακούλι».
Το κρίσιμο, ωστόσο, είναι να διατηρούν την εμπιστοσύνη των πολιτών. Εκτός κι αν δεν τις νοιάζει. Πόσο μάλλον όταν προσποιούνται το κακομεταχειριζόμενο θύμα των περιστάσεων. Ειδικότερα τη στιγμή που μοιάζουν να χειρίζονται τους πελάτες τους ως πραγματική εύκολη λεία.
Σαφώς και ως εμπορικά μαγαζιά ενδιαφέρονται να καταγράφουν κέρδη, να παρουσιάζουν εύρωστη εικόνα, να εμφανίζουν ευοίωνες προοπτικές., να επιθυμούν αναβάθμιση στις αξιολογήσεις των διεθνών οίκων. Ουδέν το μεμπτό. Εισηγμένες στο Χρηματιστήριο επιχειρήσεις με μετόχους είναι.
Καμιά κατηγορία δεν στέκει εις βάρος τους όταν επιχειρούν οικονομίες κλίμακας. Κρίνεται αποδεκτό να μειώνουν τις προβλέψεις και το προσωπικό τους με εθελούσιες εξόδους. Να περιορίζουν το δίκτυο τους κλείνοντας καταστήματα. Να «καθαρίσουν» ακόμη τους ισολογισμούς τους από τους σκελετούς που έκρυβαν χρόνια στα ντουλάπια τους.
Ενοχλούν, όμως, όταν εκμεταλλεύονται υπερβολικά προς όφελος τους το δυσανάλογα μεγάλο άνοιγμα της ψαλίδας ανάμεσα στο επιτόκιο των καταθέσεων με εκείνο των χορηγήσεων . Σύμφωνοι, για τη αδιατάρακτη βιωσιμότητα τους υπηρετούν την ανάγκη να έχουν κερδοφορία. Τα νομιμοηθικά δεν αφορούν τις μπίζνες.
Αλλά τα εν λήγω πιστωτικά ιδρύματα έχουν και μια υπόληψη, μια φήμη, ένα κύρος να προστατέψουν. Δεν μπορούν να λησμονούν ότι για τη διάσωση τους από τον όλεθρο στο πρόσφατο παρελθόν χρειάστηκαν τρεις διαδοχικές ανακεφαλαιοποιήσεις δεκάδων δισ. με λεφτά από τι τσέπες των φορολογουμένων.
Και έρχονται σήμερα οι ίδιες να ανταποκριθούν «μεγάθυμα» στους στυλοβάτες τους με απαράδεκτες υψηλές προμήθειες, επιβαρύνσεις και χρεώσεις των υπηρεσιών που προσφέρουν. Αποκομίζουν καθημερινά υψηλά έσοδα για εμβάσματα, αναλήψεις, πιστωτικές κάρτες, λογαριασμούς ΔΕΚΟ και κινητής τηλεφωνίας, νομικές αξιολογήσεις και τεχνικούς ελέγχους αιτημάτων, εκδόσεις αντιγράφων κλπ κλπ. Κοινώς, με τη τιμολογιακή πολιτική τους βγάζουν από τη μύγα ξύγκι.
Υπάρχει βέβαια νομοθετικό πλαίσιο για την προστασία του καταναλωτή και νομολογία από άφθονες δικαστικές αποφάσεις που έκριναν άκυρες ως καταχρηστικές διάφορες τραπεζικές ρήτρες χρεώσεων και εξόδων .
Αλλά άντε να προσφύγει κανείς στη δικαιοσύνη για μια χρέωση 3, 5 ή 8 ευρώ. Θα θεωρηθεί φτηνιάρης, τσιφούτης, ματζίρης. Από την άλλη, όμως, χάριν στην περηφάνια των εκάστοτε «ριγμένων» σε αυτές τις συναλλαγές, κάθε «φασούλι» που τους αποσπάται γεμίζει το τραπεζικό «σακούλι».
Το πλέον σημαντικό είναι ότι το φθηνό χρήμα, η άφθονη ρευστότητα, το χαμηλό κόστος κεφαλαίου, τελειώνει. Στη θέση τους έρχεται επιδρομικά η αβεβαιότητα και το περιβάλλον υψηλών κινδύνων . Λόγω πολέμου στη Ουκρανία , ενεργειακής κρίσης, συρρικνούμενου διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών λόγω πληθωρισμού.
Την ίδια ώρα απελαύνει και η αύξηση των επιτοκίων. Πράγμα που σημαίνει αύξηση του κόστους εξυπηρέτησης των υφιστάμενων δανείων. Δηλαδή θα ανέβουν και oι δόσεις του στεγαστικού και οι δόσεις των επιχειρήσεων που χρωστάνε στις τράπεζες. Διόλου αμελητέο στη συγκυρία.
Λογικά η κυβέρνηση πήρε τη πρωτοβουλία να πιέσει τις συστημένες τράπεζες ώστε να αναμορφώσουν την τιμολογιακή πολιτική τους με τρόπο που δεν θα επιβαρύνει δυσανάλογα επιχειρήσεις και νοικοκυριά, .
Προτρέποντας τες να αυξήσουν τα επιτόκια καταθέσεων, να μειώσουν τις προμήθειες τους, να προβούν σε περισσότερες ρυθμίσεις δανείων με την αξιοποίηση του εξωδικαστικού συμβιβασμού. Με δυο λόγια τους ζήτησε να δείξουν ευαισθησία προς τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες.
Και αυτές από τη μεριά τους στυλώνουν τα πόδια. Δεν δείχνουν, προσώρας, καμιά διάθεση να αναλάβουν την ευθύνη που τους αναλογεί παίρνοντας μέτρα ανακούφισης των ενήμερων πλην απροστάτευτων δανειοληπτών. Ούτε φαίνονται να έχουν κάποια πρεμούρα για να επωμιστούν το κόστος των διευκολύνσεων που απαιτούνται ώστε να στηρίξουν συνολικά τους πιο ευάλωτους.
Προφανώς, δίχως καλόπιστη συμφωνία τραπεζών και κυβέρνησης το « αόρατο χέρι» της αγοράς δεν πρόκειται να κάνει όλη τη δουλειά. Μόνο αφελείς νέοφιλελέδες πιστεύουν ότι μπορεί να λυθεί πλήρως το πρόβλημα των πλειστηριασμών για τα κόκκινα δάνεια, Τα οποία έχουν πλέον «μετακομίσει» από τις τράπεζες σε funds, εισπρακτικές, servicers και δικηγορικά γραφεία που έχουν αναλάβει πλέον τη «βρώμικη δουλειά».
Δεδομένου, όμως, ότι η κυβέρνηση δεν προτίθεται να αναλάβει μια μονομερή νομοθετική πρωτοβουλία, μόνο μια ειλικρινής και καλοπροαίρετη προσέγγιση των δυο πλευρών μπορεί να απαλύνει το ζήτημα που απασχολεί ισχυρή μερίδα της κοινωνίας.
Το θέμα ξύπνησε από το λήθαργο της και την αξιωματική αντιπολίτευση. Αυτομάτως ανέσυρε από δογματική εργαλειοθήκη την απαίτηση για έκτακτο φόρο στις άκαρδες τράπεζες. Παράλληλα επιθυμεί τον εξαναγκασμό τους – πιθανόν με ένα νόμο και ένα άρθρο- σε ρυθμίσεις με όλους τους δανειολήπτες.
Πρόκειται για ένα πυροτέχνημα παραπλανητικών επιχειρημάτων που προσκυνά στο βωμό του ακατάσχετου λαϊκισμού. Αγνοεί το γενικότερο ευρωπαϊκό πλαίσιο, τις εποπτικές αρχές του, τις συνθήκες ανταγωνισμού και τους κεφαλαιακούς δείκτες των τραπεζών.
Για χάρη των εντυπώσεων φουσκώνει με αέρα κοπανιστό ελκυστικά μπαλόνια που αναμένονται να σκάσουν στο μούρη όλης της κοινωνία;. Πριμοδοτεί ένα κεφάτο «πάρτι» στρατηγικών κακοπληρωτών, ψεκασμένων μπαταχτσήδων και αενάως αλλοπρόσαλλων μελών του δήθεν κινήματος του ¨δεν πληρώνω».
Τροφοδοτεί, επίσης, ένα κλίμα υποτιθεμένων ρυθμίσεων που θα τινάξουν τη μπάνκα στο αέρα , προς επικύρωση των φαντασιώσεων της. Κυρίως όμως προετοιμάζει το σκηνικό για τις αχάριστες, είναι αλήθεια, τράπεζες να τινάξουν τα πέταλα. Εκτός πια κι αν η κοινωνία είναι τόσο μαζοχιστική για να ανεχτεί νέα οδυνηρά capital controls και καινούργιες επαχθέστερες ανακεφαλαιαοποιήσεις.
Την ίδια ώρα απελαύνει και η αύξηση των επιτοκίων. Πράγμα που σημαίνει αύξηση του κόστους εξυπηρέτησης των υφιστάμενων δανείων. Δηλαδή θα ανέβουν και oι δόσεις του στεγαστικού και οι δόσεις των επιχειρήσεων που χρωστάνε στις τράπεζες. Διόλου αμελητέο στη συγκυρία.
Λογικά η κυβέρνηση πήρε τη πρωτοβουλία να πιέσει τις συστημένες τράπεζες ώστε να αναμορφώσουν την τιμολογιακή πολιτική τους με τρόπο που δεν θα επιβαρύνει δυσανάλογα επιχειρήσεις και νοικοκυριά, .
Προτρέποντας τες να αυξήσουν τα επιτόκια καταθέσεων, να μειώσουν τις προμήθειες τους, να προβούν σε περισσότερες ρυθμίσεις δανείων με την αξιοποίηση του εξωδικαστικού συμβιβασμού. Με δυο λόγια τους ζήτησε να δείξουν ευαισθησία προς τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες.
Και αυτές από τη μεριά τους στυλώνουν τα πόδια. Δεν δείχνουν, προσώρας, καμιά διάθεση να αναλάβουν την ευθύνη που τους αναλογεί παίρνοντας μέτρα ανακούφισης των ενήμερων πλην απροστάτευτων δανειοληπτών. Ούτε φαίνονται να έχουν κάποια πρεμούρα για να επωμιστούν το κόστος των διευκολύνσεων που απαιτούνται ώστε να στηρίξουν συνολικά τους πιο ευάλωτους.
Προφανώς, δίχως καλόπιστη συμφωνία τραπεζών και κυβέρνησης το « αόρατο χέρι» της αγοράς δεν πρόκειται να κάνει όλη τη δουλειά. Μόνο αφελείς νέοφιλελέδες πιστεύουν ότι μπορεί να λυθεί πλήρως το πρόβλημα των πλειστηριασμών για τα κόκκινα δάνεια, Τα οποία έχουν πλέον «μετακομίσει» από τις τράπεζες σε funds, εισπρακτικές, servicers και δικηγορικά γραφεία που έχουν αναλάβει πλέον τη «βρώμικη δουλειά».
Δεδομένου, όμως, ότι η κυβέρνηση δεν προτίθεται να αναλάβει μια μονομερή νομοθετική πρωτοβουλία, μόνο μια ειλικρινής και καλοπροαίρετη προσέγγιση των δυο πλευρών μπορεί να απαλύνει το ζήτημα που απασχολεί ισχυρή μερίδα της κοινωνίας.
Το θέμα ξύπνησε από το λήθαργο της και την αξιωματική αντιπολίτευση. Αυτομάτως ανέσυρε από δογματική εργαλειοθήκη την απαίτηση για έκτακτο φόρο στις άκαρδες τράπεζες. Παράλληλα επιθυμεί τον εξαναγκασμό τους – πιθανόν με ένα νόμο και ένα άρθρο- σε ρυθμίσεις με όλους τους δανειολήπτες.
Πρόκειται για ένα πυροτέχνημα παραπλανητικών επιχειρημάτων που προσκυνά στο βωμό του ακατάσχετου λαϊκισμού. Αγνοεί το γενικότερο ευρωπαϊκό πλαίσιο, τις εποπτικές αρχές του, τις συνθήκες ανταγωνισμού και τους κεφαλαιακούς δείκτες των τραπεζών.
Για χάρη των εντυπώσεων φουσκώνει με αέρα κοπανιστό ελκυστικά μπαλόνια που αναμένονται να σκάσουν στο μούρη όλης της κοινωνία;. Πριμοδοτεί ένα κεφάτο «πάρτι» στρατηγικών κακοπληρωτών, ψεκασμένων μπαταχτσήδων και αενάως αλλοπρόσαλλων μελών του δήθεν κινήματος του ¨δεν πληρώνω».
Τροφοδοτεί, επίσης, ένα κλίμα υποτιθεμένων ρυθμίσεων που θα τινάξουν τη μπάνκα στο αέρα , προς επικύρωση των φαντασιώσεων της. Κυρίως όμως προετοιμάζει το σκηνικό για τις αχάριστες, είναι αλήθεια, τράπεζες να τινάξουν τα πέταλα. Εκτός πια κι αν η κοινωνία είναι τόσο μαζοχιστική για να ανεχτεί νέα οδυνηρά capital controls και καινούργιες επαχθέστερες ανακεφαλαιαοποιήσεις.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα