21η Απριλίου: Χρόνια πολλά; Χρόνια κακά, ψυχρά κι ανάποδα!
anastasopoulos_www

Βασ. Αναστασόπουλος

21η Απριλίου: Χρόνια πολλά; Χρόνια κακά, ψυχρά κι ανάποδα!

52 χρόνια. Δεν τα λες λίγα, δεν τα λες και πολλά. Ένα πρωινό σαν το σημερινό, 52 χρόνια πίσω, οι Έλληνες ξύπνησαν, ακούγοντας εμβατήρια.

Λίγο αργότερα, βγήκε στον τηλεοπτικό «αέρα» της ΥΕΝΕΔ και το... πουλί, ενώ είχε προηγηθεί ο ανατριχιαστικός ήχος από τις ερπύστριες των τανκς στους δρόμους της Αθήνας. Κι έπειτα, ένας ημιπαράφρων τύπος στάθηκε μπροστά σε ένα μικρόφωνο και άρχισε να λέει την... παραμύθα του: η ασυνεννοησία, έλεγε, των πολιτικών οδήγησε σε αδιέξοδο την Ελλάδα και ανάγκασε τους «πεφωτισμένους» αξιωματικούς να αναλάβουν την εξουσία. Η χώρα μας, έλεγε επίσης, ήταν ένας ασθενής στο χειρουργικό τραπέζι. Για να γίνει καλά, έπρεπε να μπει στο γύψο.

Αν πάρουμε ως δεδομένο ότι ο «κορμός» της ελληνικής κοινωνίας, η «ραχοκοκαλιά» της, είναι οι σημερινοί 40άρηδες και 50άρηδες, τότε ο γράφων και οι συνομήλικοί του, καθώς και οι λίγο μεγαλύτεροι από εμάς, λογιζόμαστε ως τα παιδιά της Χούντας. Δεν την θυμόμαστε, βέβαια. Δεν την «προλάβαμε», δεν την ζήσαμε στο πετσί μας. Μόνο μέσα από διηγήσεις ανθρώπων δικών μας ή από τα κατά καιρούς ντοκιμαντέρ που προβάλλει η τηλεόραση τέτοιες ημέρες, μπορούμε να ανατρέξουμε με τη φαντασία μας τα γεγονότα εκείνης της εποχής, της Επταετίας. Στα χρόνια που ακολούθησαν, αυτά της λεγόμενης Μεταπολίτευσης, θυμόμαστε τις σχολικές γιορτές για την επέτειο του Πολυτεχνείου, τα τραγούδια της αντίστασης, τους αγώνες των φοιτητών, τη φωνή της Δαμανάκη -«Εδώ Πολυτεχνείο, εδώ Πολυτεχνείο, σας μιλά ο ραδιοφωνικός σταθμός των ελεύθερων αγωνιζομένων μαθητών, των ελεύθερων αγωνιζομένων Ελλήνων»- και τα συνθήματα, όπως «ψωμί, παιδεία, ελευθερία». Θυμόμαστε ακόμα τις διηγήσεις για την απαγόρευση κυκλοφορίας όταν έπεφτε το σκοτάδι, για το... κυνηγητό που έπαιζαν κάποιοι τολμηροί με τους αστυνομικούς, τις σφαίρες που «σφύριζαν» γύρω τους και τις κραυγές που «έσκιζαν» την ησυχία της νύχτας μέσα από τα κρατητήρια του ΕΑΤ-ΕΣΑ.

Κανένας τότε δεν τολμούσε, κανένας τότε δεν μπορούσε καν να διανοηθεί να υποστηρίξει ότι η Χούντα ήταν καλή. «Ποτέ ξανά» έλεγαν όλοι και παίνευαν τη δημοκρατία ως το μεγαλύτερο αγαθό. Ο δε αντιστασιακός αγώνας αποτελούσε το σπουδαιότερο και πιο αστραφτερό «παράσημο» στο βιογραφικό εκείνων που, όχι πολύ αργότερα, ρίχτηκαν στο «πεδίο μάχης» του πολιτικού στίβου. Εκείνων, που εν τέλει εξαργύρωσαν με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο την όποια συμμετοχή τους στα αιματηρά γεγονότα του 1973. Έφτιαξαν τις ζωές τους, έκαναν περιουσίες, κυριάρχησαν στην πολιτική ζωή του τόπου και πλέον σταδιακά εξαφανίζονται, είτε με... φυσικό τρόπο -όπως θα έλεγε κι ο Ευκλείδης Τσακαλώτος- είτε επειδή οι ίδιοι το επέλεξαν να αποσυρθούν.

Την Επταετία της στρατιωτικής δικτατορίας στην Ελλάδα πολλοί εξ ημών δεν την προλάβαμε. Ζήσαμε όμως την οκταετία των Μνημονίων, από τα οποία «βαυκαλίζεται» η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ότι κατάφερε να μας βγάλει -τρομάρα της. Κι όταν αρχίσαμε να αναζητούμε τις ευθύνες για το «μεγάλο φαγοπότι», που οδήγησε εν πολλοίς στη χρεοκοπία της χώρας, τις εντοπίσαμε στην περίφημη γενιά του Πολυτεχνείου. Και τότε αρχίσαμε να ακούμε το σλόγκαν: «Ε, ρε Παπαδόπουλος που σας χρειάζεται» -το γράφετε και πολλοί μάλιστα ακόμα και εδώ μέσα, στα σχόλια στην ιστοσελίδα που μας φιλοξενεί.

Από αυτό το σλόγκαν, μέχρι την είσοδο της Χρυσής Αυγής στη Βουλή, ήταν... μια Χούντα δρόμος. Ένα «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια». Κι αν αναρωτηθεί κανείς πώς και γιατί μας πήρε μόλις... 50 χρόνια, για να γυρίσουμε πέντε δεκαετίες πίσω, η απάντηση δεν είναι και τόσο περίπλοκη. Γιατί η μεγάλη μάζα των Ελλήνων την έβγαλε... λάδι στη Χούντα. Δεν έβλεπε, δεν άκουγε, δεν μιλούσε. Ελάχιστοι νοιάζονταν για τα βασανιστήρια του ΕΑΤ-ΕΣΑ και για τα στρατόπεδα στα νησιά, που ήταν γεμάτα. Γιατί, αντίθετα με τους ελάχιστους, επί Χούντας οι πολλοί έγιναν πλούσιοι -για να μην πω ότι ακόμα ζουν πάνω σε όσα «οικοδόμησαν» εκείνη την περίοδο. Οι άδειες για την ανέγερση ξενοδοχείων, για ταβέρνες και νυχτερινά κέντρα, ακόμα και για ταξί, έβγαιναν εν μία νυκτί για τους φίλα προσκείμενους στο καθεστώς και για όσους απλώς κοιτούσαν τη δουλειά τους και δεν ήθελαν μπλεξίματα με τους... αναρχοάπλυτους μαλλιάδες, τους «μπολσεβίκους» που έσερναν συχνά-πυκνά οι ασφαλίτες στο τμήμα. «Μπολσεβίκοι»: μια λέξη που έγινε ξανά της... μόδας, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ανήλθε στην εξουσία. «Μπολσεβίκοι»: οι ήρωες, οι αντιστασιακοί στα χρόνια της Χούντας, που έγιναν σήμερα δακτυλοδεικτούμενοι.

Δεν μπορώ, λοιπόν, να μην αναρωτηθώ: τι θα κάναμε σήμερα, αύριο, τώρα, εάν ακούγαμε ξανά τις ερπύστριες και τα εμβατήρια; Αν έβγαινε ξανά στην τηλεόραση το... πουλί; Θα επιλέγαμε την βόλεψή μας ή θα αμπαρωνόμασταν πίσω από την πύλη του Πολυτεχνείου; Νομίζω ότι κατηγορηματική απάντηση, που να μας βάζει όλους στο ίδιο «τσουβάλι» -ή σε κοινό μετερίζι, αν προτιμάτε- δεν υπάρχει. Σε μια κοινωνία πολλάκις διχασμένη, οι ανοχές και οι αντοχές του καθενός μας εξαρτώνται μάλλον από το πόσο απηυδισμένοι ή ικανοποιημένοι είμαστε από τη Δημοκρατία μας.

Κλείσιμο
Προσωπικά μιλώντας, δεν προέρχομαι από οικογένεια που έβγαλε φράγκα επί Χούντας. Που έγινε πλούσια ή που... έβγαλε ψωμάκι. Το ίδιο και όσοι βρίσκονται στον κοινωνικό μου περίγυρο. Έτσι, αν τύχει και μου ευχηθεί περιχαρής κανένας σήμερα «χρόνια πολλά», εξ αφορμής της επετείου της 21ης Απριλίου, νομίζω πως ουδόλως θα διστάσω να του απαντήσω: «Χρόνια κακά, ψυχρά κι ανάποδα!».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα