Θρίλερ με τρεις νεκρούς

Θρίλερ με τρεις νεκρούς

Η υπόθεση θα μπορούσε να είναι ένα συναρπαστικό βιβλίο που τα έχει όλα. Ενοχοι ή αθώοι, αμαρτωλοί και μη, οι κατηγορούμενοι για το σκάνδαλο του Παντείου μοιάζουν καταραμένοι: είτε ακούμπησαν τα κλεμμένα χρήματα του Δημοσίου είτε όχι, είδαν τη ζωή τους να καταστρέφεται για πάντα

Έστησαν…καρτέρι στην Μπατζελή οι αγρότες
Θρίλερ με τρεις νεκρούς
Η εκφώνηση της ετυμηγορίας στο δικαστήριο είναι από μόνη της ένα μικρό δράμα, με τη δική της ξεχωριστή τελετουργία. Συνήθως τα συναισθήματα πλημμυρίζουν τους διάδικους, όχι όμως και τους δικαστές, οι οποίοι απλώς ανακοινώνουν την απόφασή τους ψυχρά και διαδικαστικά.

Ωστόσο, την προηγούμενη Δευτέρα, όταν η πρόεδρος του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων έστελνε στη φυλακή τους εννέα κατηγορούμενους για τις οικονομικές ατασθαλίες στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, κάτι δεν πήγαινε καλά: αντί για την απάθεια ή, έστω, μια αδιόρατη ικανοποίηση για την καταδίκη των ενόχων, τον θρίαμβο της Δικαιοσύνης κ.λπ., στη φωνή της δικαστικού υπήρχε έντονη δυσφορία. Αραγε η πρόεδρος βρισκόταν σε ηθικό δίλημμα και ένιωθε ήδη τύψεις για τις ποινές που επέβαλλε;

Ο αναστεναγμός καθώς διάβαζε την απόφαση βγήκε αυθόρμητα ή ήταν ένα έμμεσο μήνυμα ότι ενδεχομένως η ίδια δεν ήταν απολύτως πεπεισμένη για την ενοχή όσων καταδίκαζε; Συνολικά μοίρασε περισσότερα από 130 χρόνια κάθειρξης στους εννέα του Παντείου και μολονότι δεν θα μάθουμε ποτέ τι πραγματικά συνέβαινε στο μυαλό της, η πρόεδρος συνέχισε κάνοντας κάτι εξαιρετικά ασυνήθιστο: μετά την ανακοίνωση της απόφασης άνοιξε διάλογο με τους καταδικασθέντες. 

Ο Δημήτρης Κώνστας, πρώην πρύτανης του Παντείου, ρώτησε για ποια πράξη τιμωρείται και βάσει ποιων στοιχείων θα πρέπει να περάσει τα επόμενα 14 χρόνια της ζωής του στη φυλακή. Με άλλα λόγια, τι ακριβώς έκανε ώστε να συντρίβεται από τον νόμο. Η πρόεδρος δεν απάντησε. Συνήγοροι, κατηγορούμενοι και συγγενείς τους από το ακροατήριο φώναζαν έξαλλοι ότι «η δίκη είναι στημένη», ότι υπάρχουν πολιτικές σκοπιμότητες, ότι όλα είναι μια παρωδία. Ενας από τους καταδικασθέντες μάλιστα κατέρρευσε και έπεσε λιπόθυμος. Η συνεδρίαση λύθηκε μέσα στον πανικό, τον θυμό και την απορία.

Η κατάρα και η Ferrari

Τα χρήματα που υπεξαιρέθηκαν από το Πάντειο Πανεπιστήμιο κατά την περίοδο 1992-98 αγγίζουν τα 8 εκατ. ευρώ, αλλά κανείς δεν ξέρει ακριβώς πόσα πραγματικά άρπαξαν οι δράστες της λεηλασίας, όπως δεν είναι σαφές πόσοι και ποιοι ήταν. Ακόμη και ο εισαγγελέας στην πρώτη δίκη, κατά την εξέταση των μαρτύρων, επανειλημμένα είπε: «Εσείς θα έπρεπε να βρίσκεστε στο εδώλιο μαζί με τους άλλους κατηγορούμενους». Η υπόθεση είναι σύνθετη, σκοτεινή και βρόμικη - και αυτό είναι το μόνο ξεκάθαρο χαρακτηριστικό της. Πρόκειται για μια ιστορία που θα μπορούσε να αποτελεί επίδειξη των επτά θανάσιμων αμαρτημάτων ή, έστω, των πιο αποτρόπαιων από αυτά.

Οι πραγματικοί ένοχοι, είτε βρίσκονται σήμερα στη φυλακή είτε απολαμβάνουν τους καρπούς του εγκλήματός τους, υπήρξαν πέρα από οτιδήποτε άλλο άπληστοι και αδίστακτοι. Καθώς εκτυλισσόταν η τραγωδία του Παντείου, μια κατάρα μεταδιδόταν σαν επιδημία επί δικαίους και αδίκους - αρκεί να είχαν μια κάποια επαφή με την υπόθεση. Τρεις από τους πρωταγωνιστές έχουν ήδη πεθάνει, άλλοι έχουν υποστεί ανεπανόρθωτες βλάβες στη σωματική και την ψυχική τους υγεία, μια ολόκληρη σειρά από οικογένειες έχει διαλυθεί, υπολήψεις έχουν καταρρακωθεί και περιουσίες εξανεμίστηκαν σε δικαστικά και ιατρικά έξοδα. 

Παρ’ όλα αυτά, 13 χρόνια μετά την καταγγελία που έφερε την υπόθεση στη Δικαιοσύνη κανείς δεν γνωρίζει έστω το ακριβές ποσόν της υπεξαίρεσης. Λόγω προχειρότητας, όπως καταγγέλλουν οι συνήγοροι υπεράσπισης, της προδικασίας, κανείς δεν είναι σε θέση να γνωρίζει πόσα χρήματα πήρε ο καθένας από τους κατηγορούμενους, τι τα έκανε, πόσα χιλιόμετρα μοκέτας του αναλογούν, πόσα τζακούζι και πανάκριβα μάρμαρα από αυτά χρεώθηκαν στο Πάντειο ή ποια συμμετοχή είχε στην πλαστογράφηση τιμολογίων και την υπερτιμολόγηση των μερίδων του φοιτητικού συσσιτίου. 

Σαν τη χριστιανική παραβολή με τον Ιησού που πολλαπλασίασε το ψωμί και τα ψάρια, ο «εγκέφαλος» που μηχανεύτηκε την απάτη στο Πάντειο κατάφερε ως διά μαγείας να αυξήσει τους σιτιζόμενους φοιτητές από μερικές εκατοντάδες σε 1,3 εκατομμύρια!

Ο πρώην πρωθυπουργός κ. Κώστας Σημίτης, καθηγητής του Παντείου προτού τον απορροφήσει η πολιτική, είχε παραχωρήσει τον μισθό του στο πανεπιστήμιο, εκφράζοντας παράλληλα την επιθυμία να διατίθεται για τα έξοδα της βιβλιοθήκης. Τιμώντας τη γενναιοδωρία του με τον μόνο τρόπο που ήξεραν, οι κακοποιοί έβαλαν το χέρι τους βαθιά στον λογαριασμό της μισθοδοσίας του, αξιοποιώντας το κεφάλαιο που είχε συσσωρευθεί για την αγορά πολυτελών ειδών υγιεινής ή ελαστικών χαμηλού προφίλ και υψηλών επιδόσεων για τη, διαβόητη πλέον, «πανεπιστημιακή Ferrari».

Η μαφία χτυπά καθηγητές

Η διασπάθιση του δημόσιου χρήματος στο Πάντειο εξεταζόταν για περισσότερο από έναν χρόνο, τόσο στην πρώτη φάση της εκδίκασης που άρχισε το 2005 όσο και στη δεύτερη, το 2011. Παρά τη μακρόχρονη διερεύνηση της υπόθεσης, ο ξυλοδαρμός του αντιπρύτανη Ονούφριου Φαρμακίδη δεν απασχόλησε το δικαστήριο. Σε μια από τις εξόφθαλμα μαφιόζικες πτυχές του σκανδάλου, τρεις άγνωστοι «φουσκωτοί» περικύκλωσαν τον αντιπρύτανη ένα βράδυ προς το τέλος του 1998. 

Ο καθηγητής έβγαινε από το γραφείο του στη Βασιλίσσης Σοφίας όταν τον σταμάτησε ένας από τους μπράβους και τον ρώτησε εάν όντως ήταν αυτός ο Ονούφριος Φαρμακίδης. Η καταφατική του απάντηση ήταν το σύνθημα για την έναρξη της επίθεσης εναντίον του από τους πληρωμένους εκφοβιστές. Τους παρακάλεσε απεγνωσμένα να μην τον χτυπήσουν στο κεφάλι, καθώς υποβαλλόταν σε χημειοθεραπείες για τον καρκίνο τον οποίο προσπαθούσε να αναχαιτίσει. Οι μπράβοι φρόντισαν να τον χτυπήσουν ακριβώς εκεί. Ετσι δεν θα ενοχλούσε για πολύ ακόμη αυτούς που ήθελαν να τον τρομοκρατήσουν. Πέθανε τον Οκτώβριο του 1999.

Ως αντιπρύτανης υπεύθυνος για τα οικονομικά Ονούφριος Φαρμακίδης ασχολήθηκε επισταμένα με τις λογιστικές ανωμαλίες του Παντείου αμέσως αφότου εξελέγη, τον Ιούνιο του 1998. Η τριάδα Φαρμακίδη, Ηλία Σιδηρόπουλου (πρύτανη), Γιώργου Κουκουλέ (καθηγητή) είχε διαδεχτεί την πρυτανεία του Αιμίλιου Μεταξόπουλου και ως απόλυτη προτεραιότητά της έθεσε την εξυγίανση των οικονομικών του ιδρύματος. Με τη βοήθεια ορκωτών λογιστών άρχισαν να ξετυλίγουν το νήμα της απάτης, αποκαλύπτοντας τελικά ένα άνευ προηγουμένου όργιο παρανομιών που γινόταν στο ταμείο του Παντείου τα προηγούμενα χρόνια. 

Αυτομάτως οι προηγούμενες διοικήσεις, δηλαδή τα πρυτανικά συμβούλια του Παντείου, ήταν υπόλογα για τις ατασθαλίες, είτε για αμέλεια είτε ακόμη και για δόλο. Εντελώς συμπτωματικά, στα τέλη Σεπτεμβρίου του 1998 άγνωστοι έβαλαν φωτιά στο λογιστήριο του πανεπιστημίου. Εύλογα κάποιοι συνέδεσαν τον εμπρησμό με μια προσπάθεια εξαφάνισης κρίσιμων ενοχοποιητικών στοιχείων. Ολα αυτά συνέβαιναν όχι στο Σικάγο της δεκαετίας του ’30 αλλά στην Αθήνα λίγο πριν από την αλλαγή της χιλιετίας. Τον θάνατο του Φαρμακίδη θα ακολουθούσε το εγκεφαλικό επεισόδιο που υπέστη ο πρύτανης Ηλίας Σιδηρόπουλος, το οποίο, όπως κατήγγειλε η σύζυγός του, σχετιζόταν άμεσα με τη φόρτιση από την υπόθεση του Παντείου. Ο ίδιος, άλλωστε, είχε αποκαλύψει σε συνέντευξή του το 2001 ότι είχε δεχτεί απειλές για τη ζωή του ύστερα από τον ξυλοδαρμό του Φαρμακίδη: 

«Πρόσεξε, γιατί θα έχεις την ίδια τύχη με τον φίλο σου» του είχαν διαμηνύσει οι άγνωστοι που προσπαθούσαν να σταματήσουν την έρευνα στα βιβλία του Παντείου. Ο Σιδηρόπουλος τελικά πρόλαβε να ανοίξει τις πύλες του Παντείου στους εισαγγελείς προτού παραιτηθεί από τα καθήκοντα του πρυτάνεως το 2000, δρομολογώντας την ανάμιξη της Δικαιοσύνης στα οικονομικά του πανεπιστημίου. Οι μπράβοι δεν πραγματοποίησαν τις απειλές τους, καθώς δεν ήταν απαραίτητο. Χτυπημένος από βαρύ εγκεφαλικό, ο Ηλίας Σιδηρόπουλος απεβίωσε λίγο καιρό αργότερα.

Οι δύο ένοχοι

Η ποινή της 25ετούς φυλάκισης ήταν ένα τεράστιο σοκ για τον Αιμίλιο Μεταξόπουλο - και όχι μόνο γι’ αυτόν. Η τιμωρία του αιφνιδίασε την πανεπιστημιακή κοινότητα, τον πνευματικό κόσμο της Ελλάδας αλλά και μεγάλο μέρος του πολιτικού κόσμου. Ορισμένοι έκαναν λόγο για βαρβαρότητα στην εφαρμογή του 1608/50, ενός μετακατοχικού νόμου που είχε εισαχθεί αρχικά για να πατάξει τους δωσίλογους και τους καταχραστές δημόσιου χρήματος, προβλέποντας την ποινή των ισοβίων δεσμών.

Το δικαστήριο εξάντλησε την αυστηρότητά του στον Αιμίλιο Μεταξόπουλο, πρύτανη κατά την περίοδο 1995-98, και στον Αναστάσιο Κουτσοδημητρόπουλο, διευθυντή του λογιστηρίου στο Πάντειο. Ο δεύτερος κρίθηκε ο βασικός ένοχος του σκανδάλου, εξ ου και τιμωρήθηκε με την ποινή των τρις ισοβίων συν 15 χρόνια κάθειρξης. Τα δύο αυτά πρόσωπα, το καθένα με τον δικό του τρόπο, αναδείχθηκαν στους πρωταγωνιστές της δίκης. Σήμερα ο Αιμίλιος Μεταξόπουλος είναι νεκρός και ο Αναστάσιος Κουτσοδημητρόπουλος εγκάθειρκτος, έχοντας συμπληρώσει ήδη σχεδόν επτά χρόνια στη φυλακή.

Από τους 18 κατηγορούμενους στην πρώτη δίκη, στους οποίους περιλαμβάνονταν καθηγητές-μέλη του πρυτανικού συμβουλίου, διοικητικοί υπάλληλοι, στελέχη του Ελεγκτικού Συνεδρίου και ιδιώτες που είχαν δοσοληψίες με το Πάντειο, καταδικάστηκαν οι δέκα. Από αυτούς το δικαστήριο έκρινε τους Μεταξόπουλο και Κουτσοδημητρόπουλο πρωταίτιους του σκανδάλου, μολονότι οι συνήγοροί τους δεν σταμάτησαν ποτέ να ισχυρίζονται ότι ουδέποτε αποδείχθηκε επαρκώς η ενοχή τους. 

Βέβαια, ο δεύτερος παραδέχτηκε ότι αγόρασε τη Ferrari 355 έναντι 27 εκατ. δραχμών, δίνοντας στον πωλητή μια επιταγή του Παντείου Πανεπιστημίου, την οποία όμως, όπως λέει ο ίδιος, κάλυψε με δικά του χρήματα. Απέδωσε, δε, την αγορά ενός σχεδόν αυτοκαταστροφικά προκλητικού αυτοκινήτου σε «μια παιδιάστικη τρέλα της στιγμής». Απεναντίας, ο Αιμίλιος Μεταξόπουλος δεν χρειάστηκε να δικαιολογήσει κάποια εξωφρενική σπατάλη που να τον στοχοποιεί ως διεφθαρμένο και ύποπτο υπεξαίρεσης δημόσιου χρήματος. Ισως διότι το πρόβλημα στην περίπτωσή του δεν ήταν ένα αντικείμενο χλιδής, αλλά το σύνολο της αντισυμβατικής του ύπαρξης.

Μεγάλη ζωή συντροφιά με το ΠΑΣΟΚ


Το 1987, όταν ο Αιμίλιος Μεταξόπουλος εμφανίστηκε για πρώτη φορά στον τομέα Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, έπνευσε ένας εντελώς διαφορετικός αέρας. Οι διαλέξεις του ήταν γεμάτες λαμπερούς συλλογισμούς, διανθισμένες με μια καλλιεργημένη ειρωνεία και ένα καυστικό χιούμορ που τον έκανε ακαταμάχητα γοητευτικό: έξω από το γραφείο του άρχισαν να σχηματίζονται ουρές, τόσο από όσους ενδιαφέρονταν για τον πνευματικό άνδρα όσο και από εκείνους -ή μάλλον εκείνες- που ενδιαφέρονταν απλώς για τον άνδρα. Οπως και να είχε, η πόρτα του ήταν πάντα ανοιχτή.

Η πορεία του στο ακαδημαϊκό στερέωμα υπήρξε μετεωρική: έως τα 40 του είχε γίνει ο νεότερος πρύτανης πανεπιστημίου στην Ευρώπη. Δούλευε με μανία τόσο ως επιστήμονας όσο και ως επικεφαλής της διοίκησης του Παντείου, παράλληλα όμως ζούσε όσο πιο έντονα γινόταν. 

Φανατικός εστέτ και λάτρης των ηδονών, εμπνεόταν από τον υλισμό του 18ου αιώνα, τον οποίο είχε μελετήσει σε βάθος, και φερόταν αναλόγως: το αλκοόλ ήταν ο σταθερός του σύντροφος, αντίθετα από τις γυναίκες που εναλλάσσονταν στο πλευρό του. Παράλληλα, τα έβαζε δημόσια με την κατεστημένη Εκκλησία, τη Δικαιοσύνη και όλα έδειχναν ότι αργά ή γρήγορα θα μεταπηδούσε στην πολιτική, πιθανότατα με το ΠΑΣΟΚ. «Θυμάμαι τα περίφημα πρωτοχρονιάτικα πάρτι στο σπίτι του», διηγείται ένας από τους φίλους του: «Ανάμεσα στους καλεσμένους έβλεπες πολιτικούς από διάφορα κόμματα, όμως σχεδόν όλο το ΠΑΣΟΚ ήταν εκεί: Σημίτης, Πάγκαλος, Λαλιώτης, Τσοχατζόπουλος, Αρσένης κ.ά.». Φιλόδοξος και μπον-βιβέρ, ο Μεταξόπουλος ήταν διαρκώς εκτεθειμένος - ιδιαίτερα στον φθόνο και τα σενάρια συνωμοσίας.

Για παράδειγμα, η αντιπαράθεσή του με τον Ονούφριο Φαρμακίδη είχε πάρει διαστάσεις αμοιβαίας αντιπάθειας, καθώς τόσο ο ένας όσο και ο άλλος χάνονταν στους δαιδάλους των συμμαχιών και των συμφερόντων του πανεπιστημιακού μικρόκοσμου. Επιπλέον, ο Μεταξόπουλος απομακρυνόταν από τη γραμμή Σημίτη, ενώ ο Φαρμακίδης θεωρούνταν αγαπημένο παιδί του ισχυρού άνδρα του ΠΑΣΟΚ και άτυπος διάδοχός του στο Πάντειο, εφόσον μάλιστα η κυρία Δάφνη Σημίτη τον είχε παντρέψει. Θα μπορούσε όμως ποτέ κανείς έστω και να υπαινιχθεί ότι ο Μεταξόπουλος είχε οποιαδήποτε ανάμιξη στην απόπειρα εκφοβισμού του Φαρμακίδη; 

«Ο Αιμίλιος ήταν τόσο καλοπροαίρετος σε σχέση με οιαδήποτε έρευνα “πεπραγμένων” ώστε όταν έγινε ο εμπρησμός του λογιστηρίου, με δική του πρωτοβουλία φυλάχθηκαν όσα έγγραφα είχαν διασωθεί ώστε η έρευνα των οικονομικών να συνεχιστεί απρόσκοπτα», λέει ο αδελφός του κ. Κρίτων Μεταξόπουλος. «Ηταν ένας απόλυτα έντιμος άνθρωπος», συμπληρώνει ο συγγραφέας Νίκος Δήμου, «που δεν είχε καμία σχέση με το χρήμα και τα οικονομικά. Κι επειδή ήταν απόλυτα ανοιχτός με τους φίλους του, θεωρώ ότι ακόμη και στην απίθανη περίπτωση που είχε εμπλοκή στις ατασθαλίες του Παντείου θα μου το είχε πει».

Εως την ανακοίνωση της καταδίκης του, ο Αιμίλιος Μεταξόπουλος ήταν απολύτως βέβαιος ότι όλη αυτή η δυσάρεστη εμπειρία θα τελείωνε με την αθώωσή του, δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς. Υποστήριζε, όπως και όλοι οι επώνυμοι μάρτυρες υπεράσπισής του, μεταξύ των οποίων και ο κ. Φώτης Κουβέλης, ότι «ένας πρύτανης δεν μπορεί να ελέγχει τεφτέρια, δεν είναι λογιστής». Το δικαστήριο δεν συμφώνησε. Στον συγκατηγορούμενό του πρύτανη Δημήτρη Κώνστα επιβλήθηκε ποινή 14 ετών κάθειρξης και στους αντιπρυτάνεις Κωνσταντίνο Παπαθανασόπουλο και Παναγιώτη Γετίμη 14 και 16 χρόνια αντίστοιχα (μειώθηκαν σε 14 στο δευτεροβάθμιο Εφετείο). 

Η τιμωρία της 25ετούς φυλάκισης όμως ήταν ένα συντριπτικό χτύπημα κατευθείαν στο κέντρο της προσωπικότητας του εκ φύσεως αδέσμευτου Μεταξόπουλου. Οχι μόνο δεν θα συνερχόταν ποτέ, αλλά σε μεγάλο βαθμό επέτρεψε στον αλκοολισμό να τον οδηγήσει ως τον τάφο. Το 2010 ήταν μόλις 55 ετών. «Ξέρω ότι ακούγεται σκληρό», λέει ο Νίκος Δήμου, «αλλά πολλές φορές έχω σκεφτεί πως είναι καλύτερα που έφυγε νωρίς. Η ζωή του είχε γίνει ένα μαρτύριο και δεν θα άντεχε τον εξευτελισμό άλλης μίας καταδίκης».

Ο Τάσος που έλυνε και έδενε

Οποιος παρακολούθησε, έστω και αποσπασματικά, τις δύο δίκες για το σκάνδαλο του Παντείου αποκομίζει την εντύπωση ότι ο εγκέφαλος της κατάχρησης ήταν ο Αναστάσιος Κουτσοδημητρόπουλος. Καθώς μάλιστα αναφέρεται συνήθως ως υπεύθυνος γραμματείας ή υπεύθυνος λογιστηρίου, φαντάζεται κανείς ότι πρόκειται για έναν συνηθισμένο δημόσιο υπάλληλο. 

Σύμφωνα με τον συνήγορό του, τον κ. Ευθύμη Ναυρίδη, «όλοι, συγκατηγορούμενοι και δικαστικοί, επέρριψαν όλες τις ευθύνες σε αυτόν. Στο δικαστήριο δεν άκουγες τίποτε άλλο εκτός από το όνομά του. Ηταν σαν να δικαζόταν μόνο αυτός. Οι μάρτυρες και κυρίως οι πρώην υφιστάμενοί του κατέθεταν ότι διέπρατταν παρανομίες υπακούοντας σε δικές του εντολές. Ελεγαν επίσης πως τον φοβόντουσαν, πως κανείς δεν τολμούσε να του μιλήσει στο Πάντειο και έκανε ό,τι ήθελε. Μονό ο ίδιος ξέρει εάν όλα αυτά είναι αλήθεια. Δεν μιλά όμως, ούτε καν σε εμένα».

Στα 67 του χρόνια σήμερα, ο Αναστάσιος Κουτσοδημητρόπουλος είναι επισήμως άπορος. Η Ferrari κατασχέθηκε, ενώ ο ίδιος δεν ήταν σε θέση να καλύψει την αμοιβή του δικηγόρου του, γεγονός που ανάγκασε το δικαστήριο να ορίσει συνήγορο για λογαριασμό του. Κι όμως, αυτός ο άνθρωπος ήταν κάποτε περιζήτητος ως μάνατζερ δημόσιων φορέων, όπως η Σχολή Καλών Τεχνών, και χάρη στους προσωπικούς του χειρισμούς υλοποιήθηκε σε εξαιρετικά σύντομο χρονικό διάστημα το όραμα του πρύτανη Δημήτρη Κώνστα για ένα πραγματικά σύγχρονο πανεπιστήμιο, καθώς αφοσιώθηκε πλήρως στην ανέγερση του νέου κτιρίου του Παντείου. Ο ίδιος ισχυρίζεται πως όχι μόνο δεν ζημίωσε το πανεπιστήμιο με τις ενέργειές του, αλλά αντιθέτως συνέβαλε στην αύξηση της περιουσίας του, προσφέροντας έργα τέχνης γνωστών ζωγράφων - τα οποία, όμως, αγνοούνται.

Ο Αναστάσιος Κουτσοδημητρόπουλος είναι καλλιεργημένος και φιλότεχνος, ενώ παράλληλα με τα δημοσιοϋπαλληλικά του καθήκοντα υπήρξε αφανής εταίρος στην γκαλερί Κρεωνίδη. Από ό,τι θυμούνται άνθρωποι του Παντείου, ήταν ο άνθρωπος που έδινε λύσεις, που φρόντιζε να ικανοποιεί κάθε απαίτηση των πρυτάνεων και που, χάρη στις προσωπικές του υψηλές γνωριμίες, κατάφερνε να παρακάμπτει την ελληνική γραφειοκρατία. Χαρακτηριστικά φημολογείται ότι όποτε ζητούσε ακρόαση από τη Μελίνα Μερκούρη, εκείνη τον πείραζε λέγοντας «Τι θέλεις πάλι, Τασούλη;». Ο ίδιος, εκτός από το ατόπημα της Ferrari, δεν έχει παραδεχτεί την ενοχή του. Αορίστως έχει αναγνωρίσει ότι λόγω της εξέλιξης της υπόθεσης πολλοί άνθρωποι έχουν υποστεί μεγάλες βλάβες, υλικές και ηθικές. Ωστόσο επιμένει ότι ο ίδιος δεν υπεξαίρεσε χρήματα του Παντείου. Παρόλο που βάλλεται από κάθε πλευρά, κλείνεται όλο και περισσότερο στον εαυτό του, απέχοντας από το παιχνίδι των αλληλοκατηγοριών με τους υπόλοιπους. Βέβαια, δεν θα μπορούσε κανείς να παραβλέψει ότι το μυστήριο γύρω από τον πραγματικό ρόλο του πυκνώνει με την αποκάλυψη ότι ένα μέρος από τα πολυτελή είδη υγιεινής, τα μάρμαρα κ.λπ. κατέληξε στη Μάνδρα Αττικής, σε μια οικία που -όλως τυχαίως- ανήκε στον συνεταίρο του, τον Κρεωνίδη.

Ελλείψεις και ακροβασίες

Ενας επιφανής νομικός θεωρεί ότι στη δίκη για το σκάνδαλο του Παντείου «είναι βέβαιο ότι υπήρξε εγκληματική πράξη, εφόσον αυτά τα περίπου 8 εκατ. ευρώ εκλάπησαν. Δυστυχώς, όμως, κατά την ακροαματική διαδικασία οι δικαστές νομοθέτησαν. Η πρόεδρος της πρώτης δίκης είχε πει χαρακτηριστικά ότι “με ένα τέτοιο κατηγορητήριο θα πρέπει να διερευνήσουμε από την αρχή την υπόθεση”, κάτι που είναι ανήκουστο στη διάρκεια μιας δίκης. Πιθανότατα λόγω φόβου για μια ενδεχόμενη παραγραφή των αδικημάτων, κάποιοι εφηύραν μια κατηγορία που να περιλαμβάνει αδιακρίτως όλους τους εμπλεκομένους, όχι όμως για αμέλεια αλλά για δόλο. 

Ετσι πήρε κακουργηματικό χαρακτήρα μια υπόθεση που, τουλάχιστον για τους πρυτάνεις, θα έπρεπε να περιορίζεται σε πλημμέλημα και στην απόδοση πολιτικών ευθυνών, ως δημοσίων λειτουργών που δεν έκαναν σωστά τη δουλειά τους. Εξάλλου, το πρυτανικό συμβούλιο του Παντείου κατ’ ουσίαν επικύρωνε δαπάνες που είχαν εγκριθεί προηγουμένως από το Ελεγκτικό Συνέδριο».

Ενας από τους καταδικασθέντες πρυτάνεις, ο Δημήτρης Κώνστας, κατήγγειλε τον χειρισμό της υπόθεσης στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, υποστηρίζοντας ότι παραβιάστηκε το στοιχειώδες τεκμήριο της αθωότητάς του. Με λίγα λόγια, ο Κώνστας υποστήριξε ότι δημιουργήθηκε ένα γενικότερο, εξωδικανικό κλίμα, μια πεποίθηση ενοχής που διαδόθηκε ακόμη και σε διαλόγους μεταξύ βουλευτών στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, η οποία τον καταδίκασε προτού τον δικάσει. Τόσο ο Κώνστας όσο και οι συγκατηγορούμενοί του έπρεπε να αποδείξουν ότι δεν υπεξαίρεσαν χρήματα του Παντείου αντί να απολογηθούν για συγκεκριμένες κατηγορίες.

Ο κ. Κρίτων Μεταξόπουλος, ο οποίος εκτός από αδερφός του εκλιπόντα πρώην πρύτανη είναι ο ίδιος έμπειρος νομικός, επισημαίνει το πρόβλημα με πολύ πιο αυστηρές εκφράσεις: «Ο,τι και εάν έχει συμβεί στην πραγματικότητα, υπεξαίρεση ή όχι, τα νομικά, κατά την άποψή μου, απουσίαζαν ή παραβιάστηκαν βάναυσα σε αυτή τη δίκη, από την προδικασία έως την εκφώνηση της τελικής απόφασης. Και μιλώ για την πρωτόδικη απόφαση, καθώς μόνο αυτή αφορά τον Αιμίλιο και την οποία παρακολούθησα χωρίς να έχω άμεση συμμετοχή στη δίκη. Ολα αυτά που αναφέρθηκαν σαν πραγματικά περιστατικά δεν στοιχειοθετούν, κατά τη γνώμη μου, τα αδικήματα που αποδόθηκαν στους κατηγορούμενους. 

Το κατηγορητήριο ήταν ένα παραληρηματικό κείμενο, όπου οι κατηγορίες αποδίδονται συλλήβδην σε δέκα ανθρώπους χωρίς να λαμβάνεται υπ’ όψιν ποιος είχε ποια ιδιότητα και πότε. Εισάγει δε κάτι πρωτοφανές στην ιστορία της Ελληνικής Δικαιοσύνης, την έννοια της συλλογικής πρυτανικής ευθύνης. Ως δικηγόρος πραγματικά τρομάζω με αυτές τις πρακτικές. Εικάζω ότι η υπόθεση θα οδηγηθεί πλέον, μετά την εφετειακή απόφαση, στον Αρειο Πάγο και είμαι πεπεισμένος ότι εκεί θα διαπιστωθούν οι σοβαρότατες νομικές πλημμέλειες της προδικασίας και της δικαστικής απόφασης στις οποίες αναφέρθηκα. Ειλικρινά θεωρώ ότι ο αδελφός μου στην ουσία “πλήρωσε” την έλλειψη οιουδήποτε αποδεικτικού στοιχείου εις βάρος του. Αυτό, όσο κι αν ακούγεται περίεργο, τον κατέστησε, σύμφωνα με μια λογική που προσωπικά αδυνατώ να αντιληφθώ, τον δήθεν βασικό “ύποπτο” μαζί και με τους υπολοίπους πρυτάνεις - διδακτικό προσωπικό του Παντείου για μια υπαρκτή κακοδιαχείριση οικονομικών, με την οποία όμως δεν είχε καμία απολύτως σχέση».



Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
ΔΕΙΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

BEST OF NETWORK

Δείτε Επίσης