«Το μυθιστόρημα αντίδωρο στον τόπο που πρωτοείδα το φως» λέει ο Στρατης Χαβιάρας

«Το μυθιστόρημα αντίδωρο στον τόπο που πρωτοείδα το φως» λέει ο Στρατης Χαβιάρας

Συνέντευξη στο ΑΠΕ-ΜΠΕ του συγγραφέα Στρατή Χαβιαρά ενόψει του καινούργιου βιβλίου του, που θα κυκλοφορήσει με τον τίτλο «Άχνα» από τις εκδόσεις Κίχλη μέσα στο φθινόπωρο.

Καμία αλλαγή στο καθεστώς του Κοσόβου
«Το μυθιστόρημα αντίδωρο στον τόπο που πρωτοείδα το φως» λέει ο Στρατης Χαβιάρας
 «Το μυθιστόρημα που ήθελα να γράψω πάνω απ' όλα δεν θα 'χε μόνο θέμα ελληνικό, όπως και τα άλλα, θα ήταν και ένα αντίδωρο στον τόπο που πρωτοείδα το φως και το σκοτάδι. Έτσι η επιστροφή μου στη γλώσσα μας ήταν ζήτημα χρόνου ενώ η θητεία μου στο αγγλόφωνο μυθιστόρημα λειτούργησε και ως άσκηση προετοιμασίας για να ξαναγράψω ελληνικά».

   Αυτά δηλώνει σε συνέντευξη την οποία παραχώρησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Στρατής Χαβιαράς ενόψει του καινούργιου βιβλίου του, που θα κυκλοφορήσει με τον τίτλο «Άχνα» από τις εκδόσεις Κίχλη μέσα στο φθινόπωρο. Μυθιστοριογράφος του οποίου το έργο γνώρισε μεγάλη επιτυχία στις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980 και μεταφραστής το 2004 του Καβάφη στα αγγλικά, ο Στρ. Χαβιαράς έχει διδάξει πολλά χρόνια δημιουργική γραφή στο Χάρβαρντ, αλλά και στην Ελλάδα. Στη συνέντευξή του μιλάει για το πώς δούλεψε με το θέμα του Εμφυλίου στα «Ηρωικά χρόνια», αναφέρεται στα αυτοβιογραφικά στοιχεία του έργου του και λέει πως όποιος ενδιαφέρεται για τα εργαστήρια δημιουργικής γραφής, δοκιμάζει κι αν έχει ταλέντο μαθαίνει αρκετά χρήσιμα πράγματα και προοδεύει: «Όποιος δεν το 'χει, το αντιλαμβάνεται και πηγαίνει αλλού, έχοντας στο μεταξύ γίνει καλύτερος αναγνώστης».

   ΕΡ: Μέσα στο φθινόπωρο πρόκειται να κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Κίχλη το καινούργιο σας μυθιστόρημα υπό τον τίτλο «Άχνα». Είναι το πρώτο που γράφετε στα ελληνικά (όλα τα άλλα έχουν μεταφραστεί στη γλώσσα μας από τα αγγλικά) κι είναι επίσης ένα βιβλίο που μοιάζει εντελώς διαφορετικό από, τι έχετε γράψει μέχρι τώρα. Ξεχωρίζει ο ποιητικός τρόπος της γραφής. Γιατί αποφασίσατε να επιστρέψετε στα ελληνικά με ένα ποιητικό μυθιστόρημα; Έχει σχέση με τις ποιητικές σας καταβολές (έχετε δημοσιεύσει τέσσερις ποιητικές συλλογές στα ελληνικά και δύο στα αγγλικά), όπως και με το λυρικό στοιχείο το οποίο εγγράφεται από την πρώτη στιγμή στην πεζογραφία σας;

Κλείσιμο
   ΑΠ: Ακριβώς, αν και δεν μου πολυπάει ο όρος «ποιητικό μυθιστόρημα» - τον θεωρώ πολύ γενικό κι όπως ξέρετε, υπάρχουν και μέτρια έως κακά παραδείγματα. Την ιδέα του τρόπου γραφής στην «Άχνα» την οραματίστηκα όταν μου εντυπώθηκε ότι ακόμα και οι μακρύτερες, σπονδυλωτές, συνθέσεις μου στην ποίηση δεν κάλυπταν πλήρως τις θεματικές εμμονές και τις αισθητικές αναζητήσεις μου. Η σφιχτή γλωσσική οικονομία του μοντερνισμού, στον οποίο αυθόρμητα είχε ενταχθεί η γραφή μου, άφηνε ουσιαστικές λεπτομέρειες απ' έξω. Έτσι στράφηκα στον πεζό λόγο, όμως εκεί με περίμενε άλλο πρόβλημα: τα επιμέρους υλικά ήταν ήδη ντυμένα στα ετοιματζίδικα του προφορικού και δεν έλεγαν να γδυθούν ή να αλλάξουν με τίποτα. Για να ξεθαρρέψουν, χρειάστηκε η παρέμβαση μιας δεύτερης, ξένης γλώσσας. Έτσι έγραψα τέσσερα μυθιστορήματα στην αγγλική, δυο από τα οποία είχαν απήχηση και μεταφράστηκαν και σε πολλές άλλες γλώσσες. Όμως το μυθιστόρημα που ήθελα να γράψω πάνω απ' όλα δεν θα 'χε μόνο θέμα ελληνικό όπως και τα άλλα, θα ήταν και ένα αντίδωρο στον τόπο που πρωτοείδα το φως και το σκοτάδι. Έτσι η επιστροφή μου στη γλώσσα μας ήταν ζήτημα χρόνου (για την ακρίβεια, μου πήρε σαράντα ακριβώς χρόνια). Όσο για το πανταχού παρόν λυρικό στοιχείο στο οποίο αναφερθήκατε, απαίτησε σκληρή διαπραγμάτευση ώστε να ωθεί την πρόζα μου ανάλογα με το περιεχόμενο της και όχι απλώς να τη συσσωρεύει. Έτσι η θητεία μου στο αγγλόφωνο μυθιστόρημα λειτούργησε και ως άσκηση προετοιμασίας για να ξαναγράψω ελληνικά. Να ο λόγος για τον οποίο αναγνωρίζετε τη λυρική συνέπεια που διέπει όλα τα έργα μου, ανεξαιρέτως είδους ή γλώσσας, και συγχρόνως ένα βιβλίο εντελώς διαφορετικό, τόσο στο θέμα όσο και στην επεξεργασία και την υφή. Από μια άποψη, η ομώνυμη πρωταγωνίστρια στην «Άχνα» είναι και η ενσάρκωση του προσωπικού ιδιώματος που επεδίωκα - αν όχι η ενσάρκωση της τέχνης μου της ίδιας.

   ΕΡ: Στην Αμερική γίνατε γνωστός με τα «Ηρωικά χρόνια», που δημοσιεύτηκαν το 1984 (μεταφράστηκαν έναν χρόνο αργότερα στα ελληνικά από τον Νέστορα Χούνο ενώ μια δεύτερη μετάφραση, της Τατιάνας Αβέρωφ, κυκλοφόρησε το 1999). Το μυθιστόρημα αφηγείται τις περιπέτειες μιας ομάδας παιδιών κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου. Τα «Ηρωικά χρόνια» διαβάστηκαν από το κοινό, αλλά προσέχτηκαν ιδιαιτέρως από την κριτική. Μιλώντας τριάντα χρόνια μετά, ποιοι πιστεύετε ότι ήταν οι λόγοι της επιτυχίας τους;

   ΑΠ: Στην Αμερική έγινα γνωστός πέντε χρόνια νωρίτερα, το 1979, με το «Όταν τραγουδούσαν τα δέντρα». Οι λόγοι της επιτυχίας και των δυο μυθιστορημάτων υπήρξαν θεματικοί και τεχνικοί: από τη μια η αθωότητα, η άγνοια και η βίαιη ωρίμανση των παιδιών ως μεταφορά για ενήλικες σε μια κατάσταση πολιορκίας, και από την άλλη, στο «Όταν τραγουδούσαν τα δέντρα», το μουσικό περιεχόμενο της γλώσσας (ήχος και τέμπο) ως ρυθμιστής ενός πλήρους πλην τολμηρά οικονομικού λόγου. Το αποτέλεσμα του συνδυασμού ήταν κάτι καινούργιο, τουλάχιστον για κριτική. Στα «Ηρωικά χρόνια» χρησιμοποίησα διαφορετική δομή και υφή χάριν της ιστορικότητας του Εμφυλίου και του λεγόμενου παιδομαζώματος. Η έκδοση του δεύτερου αυτού μυθιστορήματος αύξησε δραματικά τον αριθμό των αναγνωστών μου στον αγγλόφωνο κόσμο, παρά τις επιθέσεις ορισμένων ακροδεξιών εντύπων, όπως του Ουάσιγκτον Τάϊμς, στην ολοσέλιδη κριτική του οποίου κατηγορήθηκα ως «απόλογος της κομμουνιστικής ήττας στην Ελλάδα».

   ΕΡ: Σήμερα πολλοί νεώτεροι συγγραφείς στην Ελλάδα καταπιάνονται εκ νέου με τον Εμφύλιο, χωρίς να έχουν πλέον την παραμικρή βιωματική σχέση μαζί του. Πώς θα εξηγούσατε αυτό το φαινόμενο;

   ΑΠ: Ύστερα από τις γενιές που βίωσαν τον Εμφύλιο, είναι φυσικό και θα έλεγα χρήσιμο το να γράφουν γι' αυτόν και οι επόμενες. Πρώτα τιμάται η αμεσότητα της εμπειρίας, κατόπιν η πιο αποστασιοποιημένη και ψύχραιμη ματιά, αν και τη δεύτερη αυτή υποτίθεται ότι την καλύπτει η ιστοριογραφία. Όπως και να 'χει, ας μου επιτραπεί να τονίσω την άποψη ότι η σχέση του συγγραφέα με το θέμα του, όποιο κι αν είναι αυτό, δικαιώνεται πρωτίστως μέσα απ' τη σχέση του με την τέχνη. Την τονίζω γιατί με ελάχιστες εξαιρέσεις, η σχέση αυτή ατονεί στο ελληνικό μυθιστόρημα.

   ΕΡ: Με τα μυθιστορήματά σας «Όταν τραγουδούσαν τα δέντρα» (μεταφράστηκε στα ελληνικά το 1980 από εσάς και το 1999 από τον Παύλο Μάτεσι), και «Πορφυρό και μαύρο νήμα» (μεταφράστηκε στα ελληνικά το 2007 από τη Ρένα Χατχούτ) μιλάτε για τον τρόπο με τον οποίο μεγαλώνει ένα παιδί στην Ελλάδα της ναζιστικής Κατοχής. Τι ρόλο έχει παίξει εντέλει το αυτοβιογραφικό στοιχείο στο έργο σας;

   ΑΠ: Στο «Όταν τραγουδούσαν τα δέντρα», το αυτοβιογραφικό στοιχείο είχε ως πηγή έμπνευσης τις παρακαταθήκες της μνήμης. Από αυτές διύλισα όχι τόσο τις προσωπικές όσο τις συλλογικές οδύνες της Κατοχής, εντάσσοντάς τες σε μια μυθολογία με προοπτικές πίσω στον χρόνο - αλλά και μπροστά, σε μια ιμπρεσιονιστική, επεισοδιακή μη-δομή, που θεώρησα κατάλληλη για την εποχή μου.

   Όσο για το «Πορφυρό και μαύρο νήμα», το αυτοβιογραφικό στοιχείο σχετίζεται, στο πλαίσιο του ζόφου της Κατοχής και της ορφάνιας, με τα πρώτα βήματα του νεαρού πρωτοπρόσωπου αφηγητή στην πορεία του ως αυριανός συγγραφέας.

   ΕΡ: Διδάξατε πολλά χρόνια τους κανόνες της συγγραφικής τέχνης (αυτό που λέμε «δημιουργική γραφή»): πρώτα στο Χάρβαρντ και κατόπιν στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Μετάφρασης (ΕΚΕΜΕΛ) και στο Εθνικό Κέντρο Βιβλίου (ΕΚΕΒΙ), όπως και στα Εργαστήρια Δημιουργικής Ανάγνωσης και Γραφής «Σχόλη» των εκδόσεων Πατάκη (και στα τρία τελευταία διατελέσατε διευθυντής σπουδών). Κατά πόσο είναι δυνατόν να προκύψουν πραγματικοί συγγραφείς μέσα από μια τέτοια διαδικασία;

   ΑΠ: Όποιος πιστεύει ότι δεν είναι δυνατόν να προκύψουν πραγματικοί συγγραφείς, κοροϊδεύει τον εαυτό του με κούφιες ρομαντικές δικαιολογίες. Η αλήθεια είναι απλή κι οι αποδείξεις απτές. Όποιος ενδιαφέρεται δοκιμάζει το εργαστήρι, κι αν έχει ταλέντο μαθαίνει αρκετά χρήσιμα πράγματα και προοδεύει. Όποιος δεν το 'χει, το αντιλαμβάνεται και πηγαίνει αλλού, έχοντας στο μεταξύ γίνει καλύτερος αναγνώστης. Εκείνος που ήδη ξέρει τι θέλει από ένα εργαστήρι δημιουργικής γραφής, σίγουρα το βρίσκει και το παίρνει.

   ΕΡ: Μετέχετε στην επιτροπή των λογοτεχνικών βραβείων του ηλεκτρονικού περιοδικού για το βιβλίο «Ο αναγνώστης». Τι γνώμη έχετε για τη στάθμη της σύγχρονης λογοτεχνικής παραγωγής και πώς θα σχολιάζατε τις κατευθύνσεις που ακολουθεί;

   ΑΠ: Δεν είμαι σίγουρος ότι έχω πλήρη γνώση και γνώμη. Προσωπικά, έχω την αίσθηση ότι η σύγχρονη λογοτεχνική παραγωγή πορεύεται σωστά και καλύπτει ποικιλοτρόπως την κατάσταση και τους προβληματισμούς της κοινωνίας. Μια άλλη αίσθηση, εκείνη του ανικανοποίητου στην ανάγνωση πολλών έργων, είναι ότι ακολουθούν την επιτυχή πεπατημένη των δυτικών, αντί να σκάβουν βαθύτερα μέσα τους για να εντοπίσουν και να τολμήσουν τα απάτητα.

   ΕΡ: Το 2004 μεταφράσατε στα αγγλικά τον καβαφικό «Κανόνα»: όσα ποιήματα είδαν το φως της δημοσιότητας με απόφαση του Καβάφη και όχι όσα ανέσυραν αργότερα οι φιλόλογοι από τα κατάλοιπά του. Διανύοντας το έτος Καβάφη, ποια θέση νομίζετε ότι κατέχει στις ημέρες μας ο Αλεξανδρινός παγκοσμίως, αλλά και στην Ελλάδα, όπου προσφάτως άρχισαν να διατυπώνονται κάποιες επιφυλάξεις για τη σημασία του έργου του;

   ΑΠ: Η θέση το καβαφικού έργου στην παγκόσμια λογοτεχνική αρένα παραμένει αδιάσειστη και συνεχώς επεκτείνεται σε νέα εδάφη με τις μεταφράσεις του, οι οποίες μέσα στον εικοστό πρώτο αιώνα απειλούν να σπάσουν και το ρεκόρ της Αγίας Γραφής. Στη δική μου μετάφραση προσπάθησα να αποδώσω τον μετρημένο λυρισμό του ποιητή και γι' αυτό διαφέρει απ' όλες τις άλλες. Ειπώθηκε πως μπορεί να το παράκανα. Δεν το αποκλείω. Έχω υπόψη μου και τις σχετικές επιφυλάξεις για τη σημασία του καβαφικού έργου που διατυπώθηκαν πρόσφατα. Απ' τη μια θα έλεγα ότι σαν υποθηκοφύλακες των θησαυρών της ράτσας και της γλώσσας ίσως είμαστε οι πιο ενδεδειγμένοι να μελετούμε και να αξιολογούμε το φαινόμενο καβαφικού έργου. Από την άλλη, υπήρξαμε και οι πιο λανθασμένοι κριτές του, δέσμιοι πότε της μικρότητας, πότε του φθόνου. Στο νέο βιβλίο του «Κ.Π. Καβάφης» ο Κώστας Κουτσουρέλης κάνει εύστοχες παρατηρήσεις, πρακτικές και θεωρητικές, άσχετο αν η ακτινοβολία του μεγάλου Αλεξανδρινού, μεσουρανώντας, παραμένει θεωρητικά και πρακτικά ανέγγιχτη. Νομίζω πως η τακτή επανεξέταση ακόμα και των πιο αδιάσειστων δεδομένων στην τέχνη, αποτελεί θέμα εθνικής υγείας.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
ΔΕΙΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Best of Network

Δείτε Επίσης