Φτάσαμε στον πάτο και θα ανέβουμε
Nikolopoulos

Γρ. Νικολόπουλος

Φτάσαμε στον πάτο και θα ανέβουμε

Ξεκινώντας από την πρόσφατη εξαγορά του ΔΟΛ από τον εφοπλιστή Βαγγέλη Μαρινάκη και ξεφυλλίζοντας τις οικονομικές ειδήσεις διαπιστώνουμε τελευταία μια αύξηση του ενδιαφέροντος Ελλήνων και ξένων επενδυτών για την ελληνική αγορά.

 Ο όμιλος Μυτιληναίου προχωράει σε μια πολύ μεγάλη συγχώνευση όλων των επιχειρήσεών του και μπαίνει δυναμικά σε νέες επενδύσεις στην ενέργεια, αρκετές ελληνικές εταιρείες έκλεισαν συμφωνίες με κινεζικές κατά τη διάρκεια της ελληνικής αποστολής στην Κίνα, οι μεγάλες πετρελαϊκές δείχνουν ενδιαφέρον για τις έρευνες υδρογονανθράκων και πολλές άλλες επιχειρηματικές ειδήσεις αφορούν νέες επενδύσεις και συνεργασίες ελληνικών και ξένων επιχειρήσεων. Εχουν προηγηθεί οι επενδύσεις στα αεροδρόμια της Fraport, το Ελληνικό, ο ΟΛΘ, ενώ και οι Κινέζοι αυξάνουν τις επενδύσεις τους στον ΟΛΠ.

Πέραν αυτών, διαπιστώθηκε ότι το Χρηματιστήριο της Αθήνας είχε σημαντική άνοδο τους τελευταίους μήνες, καθώς επικρατούσε η προσδοκία ότι θα ολοκληρωθεί η αξιολόγηση (και υποχώρησε αμέσως μόλις ανακοινώθηκε ότι δεν υπάρχει συμφωνία) και τα ελληνικά ομόλογα παρουσίαζαν λίγες ημέρες πριν από την αποτυχία του Eurogroup σημαντικές αποδόσεις. Οι εκτιμήσεις των τραπεζιτών, οι οποίοι αντιλαμβάνονται πρώτοι το ενδιαφέρον των ξένων επενδυτών, αναφέρουν ότι υπάρχει αυτή τη στιγμή μεγάλο ενδιαφέρον από το εξωτερικό για άμεσες και έμμεσες επενδύσεις στην Ελλάδα και ότι όλοι περιμένουν το «σήμα» της αξιολόγησης για να αρχίσει η υλοποίηση αυτού του ενδιαφέροντος. Εξάλλου η αύξηση του τουριστικού ρεύματος προς την Ελλάδα προκαλεί ενδιαφέρον και για σημαντικές επενδύσεις στον κλάδο του τουρισμού.

Πολλοί μεγάλοι Ελληνες επιχειρηματίες, αλλά και οικονομικοί αναλυτές εκτιμούν ότι έχουμε πλέον δει τον πάτο του βαρελιού και ότι η ελληνική οικονομία δεν έχει σημαντικά περιθώρια υποχώρησης σε χαμηλότερα επίπεδα, αλλά αντίθετα έχει σημαντικότατες προοπτικές βελτίωσης με την προϋπόθεση ότι η κυβέρνηση δεν θα προκαλέσει άλλες ανατροπές, όπως αυτές που συνηθίζει.

Κλείσιμο
Στο πολιτικό πεδίο βέβαια τα πράγματα δεν είναι καθόλου καλά, η κυβέρνηση αργεί να εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις, απειλεί διαρκώς ότι θα τις πάρει πίσω σε μια προσπάθεια διαρκούς εκβιασμού των δανειστών (η οποία αποτυγχάνει πάντα) και αδυνατεί να διασφαλίσει ένα σταθερά θετικό επενδυτικό και οικονομικό κλίμα. Παρ’ όλα αυτά, για πρώτη φορά μετά από δυόμισι χρόνια αβεβαιότητας, αστοχιών, παλινωδιών, ύφεσης και απόλυτης ερήμωσης της αγοράς, εμφανίζονται πλέον δείγματα κάποιας ανάκαμψης. Ολα αυτά δεν αφορούν ευθέως τους Ελληνες πολίτες που έχασαν και συνεχίζουν να χάνουν τις περιουσίες τους και βλέπουν το εισόδημά τους να μειώνεται. Τους αφορούν όμως εμμέσως διότι αν αρχίσουν να γίνονται κάποιες επενδύσεις και αν προχωρήσουν νέες διεθνείς συνεργασίες, θα εισρεύσει χρήμα στην αγορά, θα βελτιωθεί η ρευστότητα, θα αυξηθεί η κατανάλωση και θα αρχίσει να αυξάνεται η απασχόληση.

Το χρήμα που θα μπει στη χώρα θα μοιραστεί μέσω της αύξησης της απασχόλησης και της κατανάλωσης σε ολοένα περισσότερους και αυτό θα αναζωογονήσει την οικονομία.

Το πλεονέκτημα της ελληνικής οικονομίας είναι ότι είναι ρηχή και επιφανειακή. Θα μου πείτε, είναι αυτό πλεονέκτημα; Ναι, είναι. Μια αντιστοίχου μεγέθους κρίση σε οποιαδήποτε ισχυρή οικονομία της Ευρώπης, π.χ. στη Γερμανία ή στη Γαλλία, θα προκαλούσε τόσο μεγάλη καταστροφή που θα χρειαζόταν πολλές δεκαετίες για να αποκατασταθούν οι ζημίες. Για να το πούμε με ένα παράδειγμα, αν καεί ένα δάσος με βελανιδιές, για να ξαναφυτρώσει θα χρειαστεί πολλές δεκαετίες. Αν καεί ένα λιβάδι με χορτάρι, με την πρώτη βροχή ξαναφυτρώνει. Κάπως έτσι είναι η ελληνική οικονομία, σαν ένα λιβάδι με χορτάρι, ενώ η Γερμανική είναι σαν δάσος με βελανιδιές. Αντε να ξαναφτιάξεις, π.χ., τη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία ή τη γαλλική βιομηχανία αεροπλάνων. Ενώ τις μικρές ελληνικές επιχειρήσεις τις ξαναφτιάχνεις με την πρώτη αύξηση της ρευστότητας. Θα αναφέρω εδώ μια δήλωση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη στον δημοσιογράφο Αλέξη Παπαχελά. Του είπε «αυτός ο τόπος όσο γρήγορα χαλάει τόσο γρήγορα φτιάχνει».

Χωρίς να θέλω να υποβαθμίσω το μέγεθος της ελληνικής κρίσης και, κυρίως, τις επιπτώσεις που είχε στην κοινωνία, θεωρώ ότι η ζημιά διορθώνεται πολύ γρήγορα από τη στιγμή που η χώρα μπαίνει στον σωστό δρόμο. Αν ολοκληρωθεί η αξιολόγηση στο επόμενο Eurogroup, τα πράγματα θα αρχίσουν να τρέχουν προς το καλύτερο άμεσα. Αν δεν ολοκληρωθεί επειδή η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θέλει να δώσει μία ακόμη ψεύτικη μάχη για το χρέος -το οποίο ούτως ή άλλως θα ρυθμιστεί το καλοκαίρι του 2018, όπως είχε αρχικώς συμφωνηθεί-, θα κολλήσουμε πάλι και θα χάσουμε πολύτιμο χρόνο και τουλάχιστον 7- 8 δισ. ευρώ, αυτά που θα πληρώσει στους δανειστές τον Ιούλιο χωρίς να έχει πάρει τη δόση, από τα δικά μας λεφτά, δηλαδή από αυτά που χρωστάει στους εγχώριους προμηθευτές και τους φορολογούμενους. Αυτό θα καθυστερήσει την αύξηση της ρευστότητας και την ανάπτυξη. Θα είναι πολύ δυσάρεστο και βασανιστικό, αλλά τελικά η αξιολόγηση θα ολοκληρωθεί μετά τις γερμανικές εκλογές.

Θα έχουμε χάσει ακόμη τέσσερις μήνες ανάπτυξης στον βωμό του εντυπωσιασμού των ιδεοληπτικών και αφελών ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ. Ακόμη όμως και αυτό αν συμβεί, φαίνεται ότι η ελληνική οικονομία θα αρχίσει φέτος σταδιακά να βγαίνει από την κρίση. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, και καθώς αρχίζει το μεγάλο ελληνικό καλοκαίρι, οι προοπτικές μοιάζουν για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια κάπως καλύτερες.

Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
ΔΕΙΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ