«Aυτόπτης μάρτυρας» σε πολιτική δολοφονία
pagadakis_dimitris_color

Δημήτρης Παγαδάκης

«Aυτόπτης μάρτυρας» σε πολιτική δολοφονία

Είχε ακόμα τις αισθήσεις του, αλλά ένιωθε λες και το βάρος του είχε ξαφνικά τριπλασιαστεί. Οι αρθρώσεις του αρνούνταν πεισματικά να τον υπακούσουν, η φωνή του ξεθώριαζε, έσβηνε, διαλυόταν όσο αγκομαχούσε να αποφύγει το παραλήρημα. Οσο μαχόταν με τον πόνο για να μην εκστομίσει ακατάληπτες λέξεις.

Αυτή η φωνή που τραγουδούσε βροντερά για τον αδικοχαμένο Αλέξη Γρηγορόπουλο «Ζει νεκρός -ο μικρός Αλέξης μού θυμίζει- πως η ελευθερία του λόγου ακριβά κοστίζει» εξαϋλωνόταν πια και από ψίθυρος κατρακυλούσε στη βουβή άβυσσο που πλησίαζε. Αιμόφυρτος, ξαπλωμένος ανάσκελα σαν σιωπηλός προσκυνητής του ουρανού, με τελευταία πατρίδα το γυμνό, κρύο και λεκιασμένο πεζοδρόμιο, αποπειράθηκε για μια στιγμή να ανακτήσει δυνάμεις. Μάταια. Κι όμως, πριν από ένα τέταρτο της ώρας, μαχαιρωμένος ύπουλα στην καρδιά προσπάθησε να πλησιάσει τους αστυνομικούς, φωνάζοντάς τους: «Αυτός με μαχαίρωσε, πιάστε τον».

Ωστόσο, τώρα και τα τελευταία ίχνη ικμάδας τον εγκατέλειπαν. Ενα σύννεφο ασάφειας τον περικύκλωνε, σαν να συνωμοτούσε δόλια η πλάση να τον διαγράψει από μια γενναία ζωή, να τον εξαφανίσει από προσώπου γης για να μην ταράζει τις βολεμένες συνειδήσεις που ενδημούν αμέριμνες μέσα στη φασιστική ντροπή. Λουσμένος στο αίμα, στην αγκαλιά της κοπέλας του που έκλαιγε απαρηγόρητα με δάκρυα σαν από πύρινο κράμα οργής και ανημπόριας, έκανε ένα απελπισμένο εγχείρημα επανασύνδεσης με τη ζωή. Δεν θα παρέδιδε υποτακτικά το πάθος, τον παλμό, την ενέργεια, την ελεύθερη βούλησή του βορά στην ωμή βία και την αποτρόπαια βαρβαρότητα των παρακμιακών επιγόνων του Χίτλερ. «No pasaran», σαν να σκέφτηκε στιγμιαία, καθώς στο μυαλό του ξεσπούσαν με μανία οι πιο πρόσφατες μνήμες που μπλέκονταν με τη σχεδόν αυτοεκπληρούμενη προφητεία κάποιων στίχων του που τραγουδούσε ο ίδιος:

Ετσι απλά σταματάς μια ζωή και χωρίς το γιατί όπου κι αν πας κοίτα να ’σαι καλά, κοίτα να το χαρείς δεν σε ξεχνώ, με μια ανάμνηση ζω, στου μυαλού το κενό γέλιο λαμπρό που έχω μέσα στην καρδιά, θα είσαι πάντα εδώ ήταν πρωί, ο ήλιος είχε χαθεί δακρυσμένος κι αυτός να ’σαι καλά και από εκεί πάνω ψηλά τραβά μια τελευταία γκαζιά.

Οσο όμως περνούσε η ώρα τόσο πιο πολύ τυλιγόταν στο ασφυκτικά αλυσιδωτό δίχτυ της εκμηδένισης. Τα πάντα γίνονταν πλέον γύρω του όλο και πιο ακαθόριστα και αχανέστερα, σκόρπιζαν και ξανάσμιγαν αποσπασμένα από τον χρόνο. Ηταν μόλις πριν λίγη ώρα όταν καμιά σαρανταριά Χρυσαυγίτες με ρόπαλα στα χέρια έκλεισαν με τα αμάξια τους ανάποδα τον δρόμο. Και ο ίδιος αισθανόταν τώρα σαν να αντάμωνε ξανά, σαν μέσα από ομίχλη, με τον εκεί περικυκλωμένο εαυτό του, έτοιμο να αντισταθεί απέναντι στην απάνθρωπη ναζιστική αποκτήνωση. Να αμυνθεί στην απεχθή πρόκληση, να αντιπαρατεθεί στη μανιακή ύβρη. Ηταν αυτός ο Παύλος ο Φύσσας, ο ράπερ Killah Past για τους μουσικούς του φίλους, καθόλου απερίσκεπτος, καβγατζής και παράτολμος.

Οχι, όμως, και το αυτάρεσκο, δουλικό ανθρωπάκι το οποίο απεκδύεται πάσης ατομικής ευθύνης για τις παραβιάσεις των ατομικών δικαιωμάτων, που η ολοκληρωτική μάστιγα των μελανοχιτώνων διέπραττε καθημερινά μπροστά στα μάτια του. Δεν ήταν από πολιτική στράτευση η στάση του. Ηταν επειδή δεν περιφρονούσε τη ζωή. Γι’ αυτό και δεν άνοιγε στον θανατολάγνο φασισμό ούτε καν μια χαραμάδα. Είχε το υγιές χρέος απέναντι στους αδύναμους και ζορισμένους γείτονές του στο Κερατσίνι, την αλληλέγγυα ψυχή υπέρ των ταλαιπωρημένων φίλων του, το ηθικό ανάστημα να πετάξει το γάντι στη μαυροφορεμένη λαίλαπα, για χάρη όσων αγαπούσε. «Τρέξτε, τρέξτε», φώναξε στους δικούς του και στάθηκε μόνος να καθυστερήσει και να απωθήσει τους λυσσασμένους Χρυσαυγίτες, για να μην προλάβουν τους φίλους του. Οχι από μάταιη έξαψη ή οίστρο γενναιότητας, ούτε καν από πρόθεση καταγραφής μιας αξιομνημόνευτης πράξης. Μόνο από καθήκον. Τότε είδε τον απειλητικό ίσκιο του Χρυσαυγίτη που ξετρύπωσε από το δολοφονικό του καρτέρι να κινείται εφιαλτικά προς το μέρος του. Του φώναξε: «Τι θα γίνει, θα μας σκοτώσετε κιόλας;».
Κλείσιμο

Κι εκείνος του κάρφωσε το στιλέτο δυο φορές στο στήθος, τη μία στην καρδιά. Δεν έχασε τις αισθήσεις του σαν να μην ήθελε αυτή τη φρικαλέα εικόνα ως τελευταίο καρέ μιας σύντομης 34χρονης διαδρομής σε αυτή τη ζωή. Σαν να μην ήθελε να δραπετεύσει βιαστικά και βουβά από την έξοδο κινδύνου ως θεατής ενός κινηματογραφικού θρίλερ πριν δείξει τον δολοφόνο. Το πάλεψε με πείσμα να κρατηθεί στη ζωή ο Παύλος Φύσσας, καθηλωμένος στο πεζοδρόμιο καθώς παγωμένες ριπές ανέβαιναν στη σπονδυλική του στήλη. Με το στοργικό χέρι της τραγικής φιγούρας της κοπέλας του να ακουμπά τρυφερά στη θανάσιμη πληγή του, πριν βυθιστεί στην κινούμενη άμμο της οριστικής απώλειας, μάζεψε υποφέροντας όσα θρυμματισμένα κομμάτια ελπίδας τού απέμεναν. Ετσι άφησε την τελευταία του πνοή στο Τζάνειο ο πρώτος Ελληνας πολίτης που έπεσε εν ψυχρώ, θύμα της κλιμακούμενης φασιστικής βίας.
Ομως, για να βρει ανάπαυση κάτω από το χώμα αυτό το παλικάρι, δεν αρκεί άλλη μια ρητορική καταγγελία των κηρυγμάτων μίσους και των αποτρόπαιων πράξεων βίας της Χρυσής Αυγής. Μαζί με τον φυσικό αυτουργό θα πρέπει να τιμωρηθεί για ηθική αυτουργία και η εγκληματική οργάνωση που επωάζει στους κόλπους της. Η δημοκρατία οφείλει να απαντήσει άμεσα και δυναμικά στις επιθέσεις που δέχεται η μεγαθυμία και η ανεκτικότητά της. Διαφορετικά, ο αδικοχαμένος Παύλος Φύσσας δεν θα είναι το τελευταίο αθώο θύμα από τους συμπατριώτες μας.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
ΔΕΙΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ