Ο «Mr Τρελαίνομαι» τρελαίνει το «The Voice»

Ο «Mr Τρελαίνομαι» τρελαίνει το «The Voice»

Μπορεί ο Μιχάλης Κουινέλης να μην υπηρετεί τους τύπους, μοιάζει όμως φτιαγμένος από την ουσία του χιπ χοπ. Ο λιγότερο αναγνωρίσιμος από τους coaches του «The Voice», ο πάλαι ποτέ Μέθυσος των Βαβυλώνα, τρελαίνεται κάθε Παρασκευή, μαζί και το ποίμνιο των φαν του που αυξάνεται και πληθαίνει

Ο «Mr Τρελαίνομαι» τρελαίνει το «The Voice»
Αλάνι. Είναι η λέξη που χρησιμοποιεί πιο συχνά από κάθε άλλη στον δημόσιο λόγο του ο Μιχάλης Κουι­νέλης, ο άνθρωπος που ενσαρκώνει το μυαλό και την ψυχή των Stavento. Είναι και ο χαρακτηρισμός που συνηθίζει να αποδίδει στους φίλους του. Οχι μόνο στους κολλητούς του από τη γενέτειρά του, την Αλεξανδρούπολη, ή τους πρώτους μουσικούς συντρόφους που συναναστράφηκε στα χρόνια της Αθήνας, στις γειτονιές του Περάματος.

Αλλά και στους συναδέλφους του καλλιτέχνες με τους οποίους τα τελευταία δέκα χρόνια -από τη γέννηση των Stavento μέχρι και σήμερα- επιχειρεί εκείνο που σε πρώτο επίπεδο θα χαρακτήριζε κανείς «ετερόκλητη συνεργασία». Και ως έναν βαθμό θα είχε δίκιο. Ο Μιχάλης Κουινέλης, όμως, αυτός ο μυστήριος τύπος με το ξυρισμένο κεφάλι, το πυκνό μούσι, το διαπεραστικό βλέμμα και τις ακόμη πιο εύστοχες πνευματώδεις ατάκες, δεν αναζήτησε ποτέ εμπορεύσιμα ή φωτογενή καλλιτεχνικά προϊόντα. Αλλά ανθρώπους. «Δεν με νοιάζουν ούτε τα βίτσια ούτε τα καπρίτσια του καλλιτέχνη. Εμένα εκείνο που με ενδιαφέρει είναι να μπορώ να ανταλλάξω δυο κουβέντες με τον άνθρωπο που συνεργάζομαι. Ανθρώπους κοιτάω να βρω», έχει εξηγήσει σε παλαιότερη συνέντευξή του σε ραδιοφωνικό σταθμό της Αλεξανδρούπολης. Δεν είναι πολλοί οι ομότεχνοί του που έχουν την ευτυχία, μα κυ­ρίως τα κότσια, να διαθέτουν στο ενεργητικό τους συμπράξεις με την Ελενα Παπαρίζου, την Πάολα, τη Νατάσα Θεοδωρίδου, αλλά και με τον Κώστα Χατζή, τον Λάκη Παπαδόπουλο και τον Κώστα Τουρνά.

Κλείσιμο


Πολυσυλλεκτικός; Μπορεί. Προσαρμόσιμος; Ισως. Μεγαλύτερο όπλο του, η αληθινή κινητήρια δύναμή του σε κάθε περίπτωση παραμένει το ταλέντο του. Εκείνο που του επιτρέπει να δια­σκευάζει τα χιπ χοπ τραγούδια του ακόμη και συνοδεία 40μελούς φιλαρμονικής ορχήστρας - συνέβη στο πλαίσιο του Mad Secret Concert.

Τον περασμένο Δεκέμβριο, στα πρώτα γυρίσματα του «The Voice», ο Μιχάλης Κουινέλης πήρε το τηλεοπτικό βάπτισμα του πυρός ξεκινώντας θεωρητικά από μειονεκτική θέση σε σχέση με την αναγνωρισιμότητα και τη δυναμική των υπόλοιπων τριών coaches. Δεν χρειάστηκαν όμως παρά λίγες ώρες μαγνητοσκόπησης για να αποτινάξει από πάνω του με τον πιο πανηγυρικό τρόπο τη «ρετσινιά» του αουτσάιντερ που κάποιοι είχαν βιαστεί να προοικονομήσουν για εκείνον. Η ευτυχής συγκυρία δεν ήταν ότι απλώς ο φακός, τα φώτα, το concept του μουσικού talent show αγάπησαν την εξωτερική εμφάνιση ή τον εξωστρεφή χαρακτήρα του, αλλά ότι εκείνος κατάφερε μέσα σε πολύ συγκεκριμένο τηλεοπτικό πλαίσιο να αναδείξει την πραγματική αγάπη του για τη μουσική, το τραγούδι, τη φωνή. Χωρίς να είναι ξύλινος, μα ούτε και πομπώδης. Δίχως ίντριγκα και σίγουρα απαλλαγμένος από τη μάστιγα της επιτηδευμένης τηλεοπτικής «αγάπης».



Δύο μήνες μετά την προβολή του πρώτου επεισοδίου οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους: τα βίντεο του Μιχάλη Κουινέλη έχουν τις περισσότερες επισκέψεις στο YouTube, ενώ τη δυναμική του ίδιου αλλά και της ομάδας που έχει αναλάβει μαρτυρά και το buzz που δημιουργείται ανάμεσα στους χρήστες Facebook και Twitter. Η εφήμερη φήμη εύκολα σου παίρνει τα μυαλά. Οχι, όμως, στην περίπτωση του Κουινέλη. Το κατά τ’ άλλα παντοδύναμο μέσο της τηλεόρασης αποδεικνύεται ισχνό και ανίκανο να αλλοιώσει μια κοσμοθεωρία που βασίζεται γερά στην ταπεινότητα - και στον αυτοσαρκασμό. Είναι χαρακτηριστικό ότι, μολονότι τα τελευταία δέκα χρόνια τα πράγματα πηγαίνουν από το καλό στο καλύτερο για τους Stavento, ο Κουινέλης επιμένει να ζει στην Αλεξανδρούπολη, να συμπυκνώνει το joie de vivre του σε κάτι τόσο απλό όσο ένα τσίπουρο παρέα με καλούς φίλους στην ταβέρνα ακούγοντας ρεμπέτικα, να λαχταρά την ώρα που θα γυρίσει στο στούντιό του σμιλεύοντας ρίμες και μουσικές. Οπως στα χρόνια που δούλευε ως εικονολήπτης και η μουσική δεν ήταν βιοπορισμός, αλλά μεράκι.

«Η πόλη μου, η Αλεξανδρούπολη, είναι η γείωσή μου. Είμαι με ανθρώπους που με ήξεραν και προτού γίνω γνωστός, με φίλους που έχω από το γυμνάσιο, μένουν οι γονείς μου εκεί, είναι όλη μου η ζωή. Εκεί γράφω τη μουσική μου, εκεί αισθάνομαι ήρεμος. Δεν επιδίωξα ποτέ να κάνω καριέρα. Είμαι της άποψης ότι όσο πιο πολύ κυνηγάς κάτι τόσο αυτό απομακρύνεται. Στη μουσική έκανα πάντα ένα βήμα τη φορά», έχει αφηγηθεί σε συνέντευξή του, σχεδόν σοκάροντας το αθηνοκεντρικό καλλιτεχνικό σύστημα που αντιμετωπίζει αποσβολωμένο την αποκεντρωμένη επιλογή ζωής του, όπως οι ιθαγενείς τα καθρεφτάκια. Ο Κουινέλης όμως δεν είναι άνθρωπος ούτε των τύπων ούτε των συμβιβασμών. Δεκαοχτώ χρόνων ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει. Ηταν η εποχή που στις δυτικές συνοικίες του Πειραιά, στο Πέραμα και στο Κερατσίνι γεννιόταν το μουσικό κίνημα του low bap. Ο Κουινέλης ενηλικιώθηκε παρέα με τους Active Member, έμαθε να «φτύνει» οργισμένες ρίμες και σύντομα βρέθηκε να φτιάχνει τις δικές του, πάντα υπό τη σκέπη του πατριάρχη της low bap σκηνής B.D.Foxmoor. Το καλοκαίρι του 1997 «βαφτίστηκε» Μέθυσος και μαζί με τους Πρίγκιπα, Πυροβάτη, Βέβηλο, Κύρο, Θηρίο και Παράφρονα έφτιαξαν το γκρουπ Βαβυλώνα. Δεν μακροημέρευσαν.



Ο θάνατος του Πυροβάτη από υπερβολική δόση ναρκωτικών το 2000 σε συνδυασμό με τις -συχνές πυκνές- ρήξεις ανάμεσα στα μέλη των Βαβυλώνα που σκέφτονταν την ενσωμάτωση και άλλων, μέταλ στοιχείων στον ήχο της, αλλά και τη βαριά σκιά του Foxmoor, οδηγούν τον Μέθυσο, κατά κόσμο Κουινέλη, να αποχωρήσει από τη σύνθεση του γκρουπ. Προίκα από τη θητεία του στην «άγρια» πλευρά της εγχώριας χιπ χοπ σκηνής θα είναι και η γνωριμία του με τον δολοφονημένο από Χρυσαυγίτη Παύλο Φύσσα. Η μετέπειτα πορεία του θα καταδείξει πως ο ίδιος δεν μπορεί να λειτουργεί με παρωπίδες, στερεότυπα και τη λογική των αντίπαλων στρατοπέδων. Προτιμά να κάνει το πιο γλυκό μεθύσι -αυτός ήταν ο τίτλος του πρώτου άλμπουμ των Stavento το 2005- απολαμβάνοντας γουλιά-γουλιά την ευθύνη των δικών του επιλογών. Οι φίλοι του λένε χαρακτηριστικά πως όχι μόνο λέει αυτό που σκέφτεται, αλλά κυρίως ότι σκέφτεται εκείνο που λέει. Πολύ περισσότερο ξέρει πότε πρέπει να την κάνει για το πολύ προσωπικό του καταφύγιο, το δικό του «stavento» - έτσι ακριβώς όπως ονόμασαν το γκρουπ που έφτιαξαν με τον Βαγγέλη Γεωργαντζή.





Το καλοκαίρι του 2008 ο Μιχάλης Κουινέλης και η Ελενα Παπαρίζου συνέπραξαν επί σκηνής των MAD Video Music Awards ερμηνεύοντας το «Μέσα σου». Ηταν η αρχή όχι μόνο μιας συνεργασίας, αλλά και μιας ζεστής φιλίας, την οποία θέλησαν να επιστεγάσουν περίπου έναν χρόνο αργότερα στο νυχτερινό κέντρο «Thalassa». Ποιος μπορούσε να φανταστεί ότι το ελεύθερο πνεύμα του Κουινέλη θα κατάφερνε να χωρέσει μέσα στην αχλή του καπνού, του αλκοόλ και των λουλουδιών; Ούτε καν ο ίδιος. Λίγες εβδομάδες μετά την πρεμιέρα οι Stavento αποχώρησαν από το σχήμα. Σε πρόσφατη συνέντευξή του ο Κουινέλης ανέτρεξε σε εκείνη την περίοδο: «Δεν έχω μπει σε μεγάλη πίστα, η μουσική μου δεν χωράει εκεί πέρα. Μπήκα κάποτε στο μαγαζί ‘‘Thalassa’’ με την Ελενα Παπαρίζου και ύστερα από έναν μήνα αναγκάστηκα να φύγω. Εχω αρνηθεί γιατί πιστεύω ότι δεν χωράει η μουσική μου σε τέτοιους χώρους.

Δεν μπορώ να το διαχειριστώ. Δεν το πάει η καρδιά μου. Αυτό το λέω δίχως να θέλω να θίξω αυτούς που διασκεδάζουν σε τέτοια μέρη. Δεν παίζω μουσική, αλλά μπορεί να πάω». Του λόγου το αληθές επιβεβαίωσε πριν από λίγες ημέρες όταν παρέα με την αγαπημένη του Ηβη Αδάμου διασκέδασαν στο νυχτερινό κέντρο όπου εμφανίζονται η Πάολα, η Τάμτα και ο Παντελής Παντελίδης. Η ιδιωτική ζωή του, οι συντροφικές σχέσεις του είναι ίσως το πιο δύσκολο κεφάλαιο στο μυθιστόρημα της πλατιάς αναγνωρισιμότητας που γράφεται για εκείνον μέσω του «The Voice». Εννοείται πως η φειδώ που επιδεικνύει στις δηλώσεις του για το εν λόγω ζήτημα δεν είναι από υπεροψία, αλλά από άγνοια διαχείρισης.



Φρόντισε πάντως με σαφήνεια και διακριτικότητα να διευκρινίσει πως η σχέση του με την Ηβη Αδάμου δεν ξεκίνησε όταν πρωτοσυνεργάστηκαν -η τραγουδίστρια ήταν τότε 16 ετών-, αλλά πριν από περίπου έναν χρόνο.  Για τον Κουινέλη ο έρωτας δεν είναι ο κανόνας, αλλά η εξαίρεση, το πιο όμορφο ψέμα που δεν ξέρεις ποτέ σε ποια ακτή θα σε βγάλει. Δηλώνει μάλιστα πως έχει κάνει τέσσερις σχέσεις και πιστεύει πως τόσες ήταν και οι φορές που έχει ερωτευτεί στη ζωή του. Ορμητικός, ωραίος, δυνατός. Ετσι τον ξέρουν στην Αλεξανδρούπολη από παιδί. Ο εικονολήπτης που πάλαι ποτέ δούλεψε στην ΕΤ3 εξακολουθεί μέσα από τη μουσική αλλά και τη στάση του απέναντι στη ζωή να καταγράφει αρειμανίως εικόνες, να τις διυλίζει μέσα από τη δική του αλήθεια και να τις εναποθέτει στην κρίση του κοινού ως τραγούδια. Ο ίδιος πάντως επιμένει να θεωρεί μεγαλύτερη επιτυχία του ότι μπορεί να κάνει τη δουλειά του μακριά από την Αθήνα και όχι τα 80.000.000 views στο YouTube και τα 550.000 like στη fanpage του Facebook. Εξάλλου τα «trending topics» γρήγορα εξατμίζονται. Οι άνθρωποι είναι εκείνοι που μένουν.


Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
ΔΕΙΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Δείτε Επίσης